Είχα την ευκαιρία να λείψω μερικές μέρες από το δικό μας «κλεινόν άστυ», μια ευκαιρία για ολιγοήμερες διακοπές. Ά μπα, μη πάει ο νους σας σε κάτι εξωπραγματικό ή κοσμοπολίτικο, τουλάχιστον όπως μας το σερβίρουν διάφορες διαφημιστικές εταιρίες, απλά στην δική μας «κοσμοπολίτισσα» Τούζλα.
Ο καιρός είχε τις δικές του προτεραιότητες και τις δικές του επιλογές στις συχνότητες αέρα και συννεφιάς που μερικές φορές άγγιζε τον καιρό της πρώιμης Άνοιξης παρά του Ελληνικού Ιούλη. Τόσο που κάποιος αστειευόμενος είπε: «Μου φαίνεται πως πουλήσαμε και το καλοκαίρι στους Γερμανούς».
Με αυτές τις συνθήκες οι επιθυμίες μου για μια βουτιά, τις περισσότερες φορές, ξεπουλιόνταν «αντί πινακίου φακής» με μια βόλτα σε πολύ κοντινούς παραθαλάσσιους προορισμούς ή με ένα «φραπεδάκι» στο μπαλκόνι. Το κοινό στοιχείο και των δύο επιλογών ήταν το ραδιοφωνάκι, που έπαιζε ακατάπαυστα όσες ώρες δεν με συντρόφευε ο Μορφέας.
Είναι πολλά τα χρόνια που υπάρχει αυτός ο καλοκαιρινός έρωτας με το «παιδί» του Γουλιέλμου Μαρκόνι. Όπως όμως συμβαίνει, σχεδόν με όλους τους καλοκαιρινούς έρωτες, κρατάει τόσο όσο θέλει και η ρίγανη να ωριμάσει στη πλαγιά του βουνού και φεύγει με τα τελευταία χελιδόνια.
Φεύγει και μάταια, όλο το υπόλοιπο χρονικό διάστημα, προσπαθεί η τηλεόραση να αναπληρώσει αυτό το στερητικό σύνδρομο που μου έχει προκαλέσει η σιγή των ερτζιανών. Αυτός ο έρωτας έχει βέβαια και ονοματεπώνυμο, τον λένε 2ο πρόγραμμα. Δεν είναι η φωνή της πολιτικής, δεν είναι η φωνή των δισκογραφικών εταιριών, ούτε η φωνή του αθλητισμού. Είναι η φωνή όλων αυτών, δοσμένων με έναν μαγικά αναλογικό τρόπο, που τουλάχιστον εμένα με ξεκουράζει και δεν με αφήνει να πλήξω, ακόμα και όταν δεν «τσιμπάει» στο ψάρεμα.
Είχα από καιρό στηλιτεύσει το αλλοπρόσαλλο πρόγραμμα και τις ποικίλες φωνές που «γαργαλούσαν» τα 4Ω του ηχείου μου, από τον συγκεκριμένο ραδιοφωνικό σταθμό, τα τελευταία χρόνια.
Ζεστές φωνές σαν του Αλέξη Κωστάλα, του Γιώργου Παπαστεφάνου, του Γιάννη Πετρίδη, του Λευτέρη Κογκαλίδη και γενικά φωνές του «Ράδιο νοσταλγία», την όαση των ερτζιανών, τις είχαν «καπελώσει» φωνές ανίδεων τυχοδιωκτών, οι περισσότερες με συμβάσεις, αγνώστου χρόνου ή ακόμα και φωνές που δεν ακούγονταν ποτέ, απλά έκαναν τις επιλογές τραγουδιών, σαν κάποιου Πάνου Σουρούνη ...
Τώρα που έχουν κοπεί κάποιες, πραγματικά αλόγιστες, συμβάσεις (ελάτε γνωστικοί να φάμε του τρελού το βιος), επιστρατεύθηκαν κάποιες «παλιοσειρές» να καλύψουν το πρόγραμμα του σταθμού. Με τις περικοπές που έχουν γίνει σε επιδόματα, πολλοί απ’ αυτούς έχουν χάσει τα χρυσά κουτάλια και δεν χάνουν την ευκαιρία να «καρφώσουν» πισώπλατα, οτιδήποτε «κυβερνητικό».
Για να μη ξεχνάμε κάποιοι απ’ αυτούς της ΕΡΤ, είχαν καταληστεύσει το δημόσιο, μαζί με αυτούς που τους τα χορηγούσαν, με επιδόματα και οδοιπορικά. Σκεφτείτε ότι η δημοσιογραφική αποστολή στην Ν. Αφρική, για το «Μουντιάλ», είχε γίνει έναν μήνα περίπου πριν ακόμα μεταβεί η Εθνική Ομάδα μας. Όταν ακόμα η Εθνική μας ήταν στην Αυστρία για προετοιμασία, η ΕΡΤ είχε απεσταλμένους ολόκληρες ομάδες αθλητικών δημοσιογράφων στην Ν. Αφρική, για να μάθουμε το τί έκαναν οι Ζουλού...
Έτσι λοιπόν αποφάσισαν, όπως φαίνεται, να κάνουν πόλεμο νεύρων στην Κυβέρνηση, με ενδιάμεσο σταθμό τα δικά μας αφτιά. Πώς αλλιώς να δικαιολογηθεί το πρόγραμμα του σταθμού, που μάλλον απρογραμμάτιστο είναι, λίγο μετά από την ψήφιση του περιβόητου «Μεσοπρόθεσμου», το 2ο πρόγραμμα να θυμίζει εκπομπή του ραδιοφωνικού σταθμού Αθηνών λίγο πριν ανεβεί η «Βέρμαχτ» στην Ακρόπολη.
Πρώτο άκουσμα, μετά από το σύντομο δελτίο ειδήσεων, το «Bandiera rossa». Γυρίζω κοιτάζω, για επιβεβαίωση, την συχνότητα και διαπιστώνω ότι είναι η σωστή 91,2. Δεύτερο άκουσμα, δεύτερο ράπισμα στην πρόσκαιρη καλοκαιρινή μου ραστώνη, «Bella-ciao» και μια φωνή κατά διαστήματα να καλύπτει τα ιστορικά επαναστατικά ακούσματα, που καλούσε τον κόσμο στις νέες συγκεντρώσεις των «Αγανακτισμένων».
Ντροπή και αίσχος για τους ανιστόρητους ραδιοφωνικούς παραγωγούς της ΕΡΤ, που ταύτισαν την τσέπη τους με τα ματωμένα κορμιά, σπασμένα χέρια, ανοιγμένα κεφάλια και τα χαμένα νιάτα που ξεψυχούσαν έχοντας τελευταίους ψίθυρους στα χείλη τους τα προηγούμενα ακούσματα, στις μάχες των λαών για να έχουν τώρα αυτοί το δικαίωμα να βιάζουν ασύστολα την Ιστορία.
Όσο βίαζε την ιστορία ο κάθε «εθνοπατέρας», με τα Ιερά και τα Όσια της φυλής μας (σημαία της Επανάστασης, λάβαρα της Αγίας Λαύρας κ.αλ.) ανά χείρας για τον «ιερό πόλεμο» κατά των ταυτοτήτων, άλλο τόσο την βιάζουν και κάτι παρόμοια χαμερπή δημοσιογραφάκια που νέμονται τη σιγουριά που τους παρέχει η μονιμότητα του Δημοσίου.
Βασίλης Α. Βαφιάδης
Σέρρες, 3.7.2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου