Κατατέθηκε από τις Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ η πρόταση νόμου για την «καταπολέμηση εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας».
Όπως ανακοινώθηκε από το ΠΑΣΟΚ, στόχος είναι «να συζητηθεί το ταχύτερο δυνατό στην αρμόδια Επιτροπή και την Ολομέλεια της Βουλής».
Η κατάθεση πρότασης νόμου, βασισμένης στο υπάρχον αντιρατσιστικό νομοσχέδιο του υπουργού Δικαιοσύνης, είχε προαναγγελθεί προ ημερών από το Κίνημα.
Η πρωτοβουλία των δύο ελάσσονων κυβερνητικών εταίρων ήλθε μετά από την άρνηση του Μαξίμου να φέρει στη Βουλή το ν/σ του Αντώνη Ρουπακιώτη.
Ο Πρωθυπουργός και η Νέα Δημοκρατία κρίνουν ότι το υπάρχον νομικό πλαίσιο για την καταπολέμηση των ρατσιστικών φαινομένων είναι επαρκές. Δεδομένη θεωρείται επίσης η καταψήφιση της πρότασης νόμου από τη Ν.Δ..
Η ΔΗΜΑΡ από την πλευρά της ζήτησε χθες την ανταπόκριση των βουλευτών όλων των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου στην πρόταση νόμου, χωρίς μικροκομματικές σκοπιμότητες.
Το ζήτημα έχει προκαλέσει σοβαρές ενδοκυβερνητικές τριβές το τελευταίο διάστημα, με τον Φώτη Κουβέλη πάντως να εμφανίζεται καθησυχαστικός ως προς τη συνοχή του συνασπισμού.
Σε χθεσινοβραδινές του δηλώσεις στο Mega, o πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ είπε ότι το επίμαχο θέμα «δεν είναι απαρχή ρηγμάτωσης της κυβέρνησης», εξέφρασε πάντως τη δυσαρέσκειά του για τις πρόσφατες εξελίξεις.
Μεταξύ άλλων δήλωσε πως ο Αντώνης Σαμαράς αρχικά είχε συμφωνήσει και έκανε λόγο για στροφή λόγω τακτικών υπολογισμών από πλευράς Ν.Δ., εκτιμώντας πως θεώρησε ότι θα δημιουργείτο πρόβλημα από τα δεξιά της.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο κ. Κουβέλης σημείωσε πως η ΔΗΜΑΡ δεν θέλει να κινδυνεύσει η σταθερότητα της κυβέρνησης. Πρόσθεσε πάντως πως διεκδικεί να αναζητείται ο κοινός πολιτικός τόπος κάθε φορά.
naftemporiki.gr
Μεγάλο λάθος, εσκεμμένο; Δεν είμαι σίγουρος, αλλά παίζει στο μυαλό μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ ρατσισμός και ο φασισμός δεν καταπολεμείται με διατάγματα και αστυνομοκρατία (τί πιο φασιστικό;), αλλά με παιδεία και ευμάρεια. Αλλά μιας και αυτά είναι δύσκολα, για το πνευματικό και δραστικό επίπεδο της Βουλής, τότε άλλος ένας Νόμος, θα αποτελέσει άλλοθι για τις ευθύνες και σημείο για προεκλογικές «κοκορομαχίες».