Σύµφωνα µε το άρθρο 2 στοιχ. α΄ του ν. 2472/1997 και τις αιτιολογικές σκέψεις 14-16 στο προοίµιο της Οδηγίας 95/46/ΕΚ, τα δεδοµένα ήχου και εικόνας, εφόσον αναφέρονται σε πρόσωπα, συνιστούν δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα.
Όταν η επεξεργασία εικόνας πραγµατοποιείται στο πλαίσιο άσκησης δραστηριοτήτων αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών, τότε εκφεύγει του πεδίου εφαρµογής του ν. 2472/1997 (βλ. άρθρο 3 παρ. 2 στοιχ. α΄ του ν. 2472/1997). Ως αποκλειστικά προσωπική ή οικιακή δραστηριότητα νοείται εκείνη που αναφέρεται στο ιδιωτικό πεδίο δράσης ενός προσώπου ή μιας οικογένειας, δηλαδή εκείνη που δεν εµπίπτει στην επαγγελµατική ή/και εµπορική του δραστηριότητα και δεν έχει ως σκοπό ή ως αποτέλεσµα τη διαβίβαση ή τη διάδοση δεδοµένων σε τρίτους (βλ. και Οδηγία 1/2011 της Αρχής, άρθρο 3)1. Ειδικότερα, εφόσον το πεδίο ελέγχου των καµερών συστήµατος βιντεοεπιτήρησης εγκατεστηµένου σε ιδιωτική οικία περιλαµβάνει χώρους µόνο ιδιωτικούς, τότε η εν λόγω επεξεργασία θεωρείται οικιακή δραστηριότητα. Η Αρχή, στο άρθρο 3, παρ. 2, εδ. β) της προαναφερθείσας οδηγίας εξειδικεύει περαιτέρω την εν λόγω εξαίρεση, προσδιορίζοντας ότι δεν θεωρείται αποκλειστικά προσωπική ή οικιακή δραστηριότητα η λήψη και επεξεργασία εικόνας ή και ήχου µε σύστηµα βιντεοεπιτήρησης που είναι εγκατεστηµένο σε ιδιωτική οικία, όταν το πεδίο ελέγχου της κάµερας περιλαµβάνει εξωτερικούς δηµόσιους ή κοινόχρηστους χώρους.
Στις υπό εξέταση περιπτώσεις, ο σκοπός επεξεργασίας που επιδιώκεται µε την εγκατάσταση κάµερας στο χώρο εισόδου ενός διαµερίσµατος περιορίζεται αποκλειστικά και µόνο στην προστασία των προσώπων που διαµένουν ή εργάζονται σε αυτό καθώς και των αγαθών των ενοίκων του διαµερίσµατος. Είναι δε αναγκαίο, στο πλαίσιο του ως άνω σκοπού για τον έλεγχο των προσώπων που προτίθενται να εισέλθουν ή πλησιάζουν στο διαµέρισµα, να λαµβάνεται εικόνα του απολύτως απαραίτητου χώρου έµπροσθεν της θύρας εισόδου. Πρέπει όµως, κατ’ αρχάς, να εξετασθεί το πεδίο εφαρµογής της νοµοθεσίας για την προστασία των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα.
Σε περίπτωση εγκατάστασης κάµερας στο χώρο εισόδου ενός διαµερίσµατος που χρησιµοποιείται αποκλειστικά ως κατοικία, όταν η λαµβανόµενη εικόνα δεν καταγράφεται µε κανένα τρόπο, η δραστηριότητα (περίπτωση α’), αν και υφίσταται ηλεκτρονική επεξεργασία σήµατος εικόνας, δεν διαφοροποιείται ουσιωδώς από την επόπτευση του χώρου µέσω του οπτικού φακού που τοποθετείται στο «µατάκι της θύρας». Συνεπώς, η ενέργεια αυτή εµπίπτει στο πλαίσιο της άσκησης δραστηριοτήτων αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών από φυσικό πρόσωπο (και συνεπώς δεν έχει εφαρµογή ο ν. 2472/1997).
Σε περίπτωση που πραγµατοποιείται καταγραφή δεδοµένων εικόνας από το χώρο εισόδου ενός διαµερίσµατος που χρησιµοποιείται αποκλειστικά ως κατοικία, αλλά είναι τεχνικά εφικτός ο περιορισµός του πεδίου εµβέλειας της κάµερας στον απολύτως απαραίτητο χώρο µπροστά από τη θύρα εισόδου του διαµερίσµατος, ώστε να επιτηρείται αποκλειστικά και µόνο η θύρα αυτή και ο εκάστοτε ευρισκόµενος µπροστά της, χωρίς να λαµβάνεται εικόνα από λοιπούς κοινόχρηστους χώρους, όπως σκάλα ή θύρα ανελκυστήρα ούτε από θύρες ή χώρο εισόδου γειτονικών διαµερισµάτων (προς κάθε κατεύθυνση) και ανάλογα µε την εκάστοτε χωροθέτηση των εισόδων των διαµερισµάτων του ορόφου και του ανελκυστήρα, η ενέργεια αυτή (περίπτωση β΄) εµπίπτει στο πλαίσιο της άσκησης δραστηριοτήτων αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών από φυσικό πρόσωπο. Και αυτό διότι, ο απολύτως απαραίτητος χώρος µπροστά από την είσοδο του διαµερίσµατος, παρότι ανήκει, κατά κανόνα, στους κοινόχρηστους χώρους του συγκροτήµατος, αποτελεί σηµείο εισόδου στον ιδιωτικό χώρο του διαµερίσµατος και ως εκ τούτου η χρήση του πρέπει να εξετάζεται υπό το πρίσµα της άρρηκτης σχέσης του µε την οικιακή δραστηριότητα. Συνεπώς, η επιτήρηση του χώρου αυτού, που δεν είναι δηµόσιος, αλλά κοινόχρηστος περιορισµένης πρόσβασης, δεν εξέρχεται από την ιδιωτική σφαίρα του προσώπου που τοποθετεί την εν λόγω κάµερα.
Στις λοιπές περιπτώσεις, οπότε και εφαρµόζεται η νοµοθεσία για την προστασία των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, είναι αναγκαίο να ορισθούν τα κριτήρια µε βάση τα οποία ο ένοικος του διαµερίσµατος (που κατά κανόνα αποτελεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας), είτε είναι φυσικό πρόσωπο, ανεξαρτήτως αν το διαµέρισµα χρησιµοποιείται ως κατοικία ή ως επαγγελµατικός χώρος, είτε νοµικό πρόσωπο, µπορεί να αποφασίσει σχετικά µε τη νοµιµότητα εγκατάστασης κάµερας στην είσοδο ενός διαµερίσµατος, µε βάση την αρχή της αναλογικότητας και τη διάταξη του αρ. 5 παρ. 2 ε’ του ν. 2472/1997.
Το έννοµο συµφέρον του υπεύθυνου επεξεργασίας έγκειται στην επιδίωξή του να προστατεύσει τα πρόσωπα και αγαθά του διαµερίσµατός του. Το έννοµο αυτό συµφέρον είναι εντονότερο αν υπάρχει αυξηµένη πιθανότητα να συµβεί κάποιο περιστατικό κατά των εν λόγω προσώπων και αγαθών, όπως όταν έχουν συµβεί προηγούµενα περιστατικά ή υπάρχουν στοιχεία (π.χ. της αστυνοµίας) από τα οποία να προκύπτει αυξηµένη πιθανότητα να συµβούν τέτοια περιστατικά, είτε στο συγκεκριµένο συγκρότηµα κατοικιών, είτε στην περιοχή του συγκροτήµατος, είτε, σε περίπτωση επαγγελµατική χώρου, λόγω της φύσης της στεγαζόµενης επιχείρησης.
Αντιστοίχως, πρέπει να εξεταστούν τα δικαιώµατα και συµφέροντα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδοµένα και αν θίγονται θεµελιώδεις ελευθερίες αυτών. Τα υποκείµενα των δεδοµένων είναι, κατά κανόνα, οι κάτοικοι και εργαζόµενοι του συγκεκριµένου χώρου και οι επισκέπτες των χώρων αυτών, οι οποίοι περιστασιακά µπορεί να βρεθούν εκεί. Όσον αφορά την τελευταία κατηγορία, των προσώπων, δηλαδή, που µπορεί να βρεθούν περιστασιακά στον επιτηρούµενο χώρο, η προσβολή των δικαιωµάτων τους είναι επίσης περιστασιακή και για την προστασία τους είναι επαρκείς οι ειδικές προϋποθέσεις για τη νοµιµότητα της χρήσης ενός συστήµατος βιντεοεπιτήρησης οι οποίες καθορίζονται στην οδηγία 1/2011 της Αρχής. Αντίθετα, τα πρόσωπα που κατά κανόνα ζουν ή εργάζονται στον όροφο αυτό µεγάλο χρονικό διάστηµα, µπορεί ευλόγως να θεωρήσουν ότι µε την εγκατάσταση µιας κάµερας σε κοντινή απόσταση από την είσοδο του διαµερίσµατός τους προσβάλλεται άµεσα το δικαίωµά τους στην προστασία των προσωπικών τους δεδοµένων, ενδεχοµένως δε και στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας τους, καθώς ενδέχεται να παρακολουθείται η είσοδος και η έξοδος από το χώρο τους. Πρέπει, λοιπόν, να υπάρξει στάθµιση µεταξύ της προσβολής αυτής και του έννοµου συµφέροντος που επιδιώκει ο ένοικος του διαµερίσµατος που εγκαθιστά την κάµερα.
Σε περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας προβαίνει σε επιτήρηση του χώρου εισόδου διαµερίσµατος που χρησιµοποιείται ως επαγγελµατικός χώρος µε τον τρόπο που περιγράφεται στις σκέψεις 8 και 9 τους παρούσας (περίπτωση α’: σύστηµα χωρίς καταγραφή, περίπτωση β’: σύστηµα µε καταγραφή υπό την προϋπόθεση του περιορισµού της εµβέλειας αποκλειστικά στον απολύτως απαραίτητο χώρο έµπροσθεν της θύρας και ανάλογα µε την εκάστοτε χωροθέτηση των εισόδων των διαµερισµάτων του ορόφου ή του ανελκυστήρα), τότε η επεξεργασία θεωρείται ότι δεν παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας. Και τούτο διότι η βαρύτητα της προσβολής στην περίπτωση α’ µετριάζεται σαφώς, καθώς ο έλεγχος της εισόδου γίνεται σε πραγµατικό χρόνο, χωρίς να πραγµατοποιείται ουδεµία καταγραφή των δεδοµένων εικόνας των υποκειµένων. Στη δε περίπτωση β’ ο υπεύθυνος επεξεργασίας περιορίζει την επιτήρηση στον απολύτως απαραίτητο χώρο για την είσοδο στο διαµέρισµά του, χωρίς να υφίσταται άµεση και ιδιαίτερη προσβολή των δικαιωµάτων τρίτων προσώπων (και αυτών που κατοικούν ή εργάζονται στον ίδιο όροφο).
Εάν, ωστόσο, πραγµατοποιείται καταγραφή των δεδοµένων εικόνας και η εµβέλεια της κάµερας, για τεχνικούς λόγους ιδίως λόγω της χωροθέτησης των εισόδων των διαµερισµάτων και του ανελκυστήρα του ορόφου, δεν µπορεί να περιοριστεί στον απολύτως απαραίτητο χώρο µπροστά από την είσοδο του διαµερίσµατος, ανεξαρτήτως αν το διαµέρισµα χρησιµοποιείται ως κατοικία ή επαγγελµατικός χώρος, η επεξεργασία επιτρέπεται εφόσον πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια. Συγκεκριµένα, η τοποθέτηση της κάµερας επιτρέπεται µε την προηγούµενη σύµφωνη γνώµη των ενοίκων του ορόφου που διαµένουν στα επηρεαζόµενα από την εγκατάσταση της κάµερας διαµερίσµατα και των οποίων οι θύρες ή ο χώρος εισόδου σε αυτά βρίσκονται στην εµβέλεια της κάµερας (περίπτωση γ’). Προς το σκοπό αυτό, ο ένοικος που εγκαθιστά την κάµερα, οφείλει, ως υπεύθυνος επεξεργασίας, να µεριµνήσει να λάβει τη συναίνεση των ενοίκων των επηρεαζόµενων διαµερισµάτων, παρέχοντας σε αυτούς, εκ των προτέρων, κάθε πληροφορία σχετικά µε το σύστηµα βιντεοεπιτήρησης (βλ. αρ. 12 οδηγίας 1/2011), συµπεριλαµβανοµένης της ακριβούς εµβέλειας της κάµερας. Σε περίπτωση που δεν µπορεί να επιτευχθεί οµοφωνία, θα πρέπει να ακολουθείται, εν µέρει, η διαδικασία του αρ. 15 παρ. 1 της οδηγίας 1/2011, δηλαδή να υφίσταται προηγούµενη σύµφωνη γνώµη των 2/3 των ενοίκων των επηρεαζόµενων διαµερισµάτων του ορόφου. Για τη διαµόρφωση της σύµφωνης γνώµης λαµβάνεται υπόψη µια ψήφος ανά κατοικηµένο (ή χρησιµοποιούµενο) επηρεαζόµενο διαµέρισµα. Ως επηρεαζόµενα θεωρούνται κατ’ αρχήν τα διαµερίσµατα που βρίσκονται στον ίδιο όροφο µε αυτό του υπεύθυνου επεξεργασίας, εκτός εκείνων στα οποία η προσέλευση, εκ της χωροθέτησης των θυρών τους, δεν προϋποθέτει διέλευση από τον επιτηρούµενο χώρο της εισόδου του διαµερίσµατος του υπεύθυνου επεξεργασίας.
Τέλος, τονίζεται ότι ο ένοικος του διαµερίσµατος που αποτελεί υπεύθυνο επεξεργασίας υπέχει όλες τις υποχρεώσεις του ν.2472/1997 και της οδηγίας 1/2011. Επίσης, επισηµαίνεται ότι οποιαδήποτε διαβίβαση δεδοµένων εικόνας προερχόµενων από σύστηµα βιντεοεπιτήρησης σε τρίτους (εκτός διωκτικών αρχών ή δικαστηρίων) καθιστά τη χρήση µη οικιακή, άνευ ετέρου. Για παράδειγµα ανάρτηση βίντεο σε ιστοσελίδα ή ακόµα και η επίδειξή του σε τρίτα πρόσωπα, καθιστά ένα φυσικό πρόσωπο υπεύθυνο επεξεργασίας. Τέτοια διαβίβαση κατά κανόνα δεν επιτρέπεται µε την εξαίρεση των περιπτώσεων που τυγχάνει εφαρµογής το άρθρο 9 της οδηγίας 1/2011 της Αρχής.
Τέλος, δεν επιτρέπεται σε καµία περίπτωση λήψη ή καταγραφή δεδοµένων ήχου, ενέργεια η οποία εξ ορισµού θεωρείται ως επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα.
Δείτε αναλυτικά το κείμενο της γνωμοδότησης 5/2017 της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα
odigostoupoliti.eu
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου