Η υπουργική απόφαση που υπογράφει ο κ. Πολάκης προβλέπει μια φαινομενικά «αθώα» αλλαγή ως προς τον τρόπο υπολογισμού της συμμετοχής των ασφαλισμένων για δεκάδες διαγνωστικές εξετάσεις, ως επί το πλείστον μικροβιολογικές και βιοχημικές εξετάσεις που συνταγογραφούνται με μεγάλη συχνότητα από τους γιατρούς και καταλαμβάνουν πολύ μεγάλο όγκο αλλά και μεγάλη δαπάνη στο ταμείο του ΕΟΠΥΥ. «Η συμμετοχή των ασφαλισμένων στις εξετάσεις που περιγράφονται στα παραρτήματα Ε και Στ της υπ' αριθ. Γ3γ/οικ. 98494/21−12−2015 (ΦΕΚ 2816 Β ́) απόφασης του Υπουργού Υγείας όπως έχει τροποποιηθεί με την υπ' αριθ. Γ3γ/οικ. 2180/12−1−2016 (ΦΕΚ 28 Β ) υπολογίζεται στο 15% επί του κρατικού τιμολογίου» αναφέρεται στην απόφαση που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 18 Φεβρουαρίου.
Το ποσοστό συμμετοχής παραμένει το ίδιο, στο 15%, αλλάζει όμως το ποσό επί του οποίου αυτό το ποσοστό υπολογίζεται. Μέχρι πρότινος, η συμμετοχή των ασφαλισμένων υπολογιζόταν επί της ασφαλιστικής τιμής κάθε εξέτασης όπως αυτή είχε προκύψει από την ανακοστολόγηση του περασμένου Δεκεμβρίου στις διαγνωστικές εξετάσεις του ΕΟΠΥΥ.
Σημειωτέον ότι η ανακοστολόγηση των εξετάσεων αποτελούσε το τελευταίο σε εκκρεμότητα προαπαιτούμενο από τα 13 του περασμένου Δεκεμβρίου για την εκταμίευση του 1 δις ευρώ. Ο νέος τιμοκατάλογος με τις μειωμένες τιμές για 51 εξετάσεις του ΕΟΠΥΥ εφαρμόστηκε στο σύστημα της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης στα τέλη του περασμένου Ιανουαρίου και βάσει αυτών των χαμηλότερων τιμών υπολογιζόταν και η συμμετοχή των ασφαλισμένων.
Μάλιστα, η ηγεσία του υπουργείου Υγείας με ανακοίνωσή της στην εκπνοή του έτους και της ολοκλήρωσης των προαπαιτούμενων είχε σπεύσει να πανηγυρίσει με ανακοίνωσή της για την οικονομική ανακούφιση που επήλθε στους ασφαλισμένους με τις ρυθμίσεις και τα μέτρα που λαμβάνει. «Είναι προφανές ότι από τη ρύθμιση αυτή μειώνεται η οικονομική επιβάρυνση των ασφαλισμένων σε ποσοστό αντίστοιχο με τη μείωση στις τιμές των εξετάσεων» τονιζόταν στην ανακοίνωση.
Ωστόσο, χρειάστηκε λιγότερο από ένας μήνας για να αλλάξει ρότα η ηγεσία του υπουργείου Υγείας σε ό,τι αφορά την επιχείρηση ανακούφισης των ασφαλισμένων. Στη νέα υπουργική απόφαση το ποσοστό 15% της συμμετοχής υπολογίζεται επί της τιμής της εξέτασης στο κρατικό τιμολόγιο, η οποία είναι υψηλότερη από εκείνη την τιμή που τέθηκε σε ισχύ με την ανακοστολόγηση – για την οποία πρέπει να σημειωθεί ότι η ηγεσία του υπουργείου Υγείας κόμπαζε ότι επιτεύχθηκε μεσοσταθμική μείωση κατά 43% σε μια σειρά από «κοστοβόρες» μικροβιολογικές εξετάσεις.
Τα παραδείγματα είναι ενδεικτικά: Μια γενική αίματος έχει τιμή στο κρατικό τιμολόγιο 2,88 και ασφαλιστική τιμή 1,99 ευρώ. Η συμμετοχή του ασφαλισμένου το προηγούμενο διάστημα υπολογιζόταν επί της ασφαλιστικής τιμής - πλήρωνε δηλαδή 0,30 λεπτά για μια γενική αίματος που του είχε συνταγογραφήσει γιατρός μέσω του συστήματος ηλεκτρονικής συνταγογράφησης. Πλέον η συμμετοχή του ασφαλισμένου, το 15% θα υπολογίζεται επί της τιμής του κρατικού τιμολογίου, δηλαδή στα 2,88 ευρώ, δηλαδή θα πληρώνει 0,43 λεπτά.
Ανάλογα στην επίσης συχνότατη εξέταση για το σάκχαρο. Η εξέταση κοστολογείται στο κρατικό τιμολόγιο στα 2,26 ευρώ οπότε η συμμετοχή του ασφαλισμένου είναι 0,40 λεπτά. Η συμμετοχή του ωστόσο με βάση την ασφαλιστική τιμή διαμορφώνεται στα 0,17 λεπτά (ασφαλιστική τιμή για σάκχαρο 1,15 ευρώ).
Ο έλεγχος της χοληστερίνης LDL αποτιμάται στα 2,88 ευρώ στο κρατικό τιμολόγιο, συνεπώς το 15% του ασφαλισμένου είναι 0,43 ευρώ. Η μειωμένη ασφαλιστική τιμή όμως είναι 1,78 ευρώ και η συμμετοχή του ασφαλισμένου 0,27 λεπτά.
Και μπορεί η επιπλέον επιβάρυνση των ασφαλισμένων να φαίνεται αμελητέα διότι αφορά αυξήσεις που δεν ξεπερνούν το 1 ευρώ, ωστόσο με δεδομένο ότι ο ΕΟΠΥΥ εκδίδει κάθε χρόνο περίπου 57 εκατ. παραπεμπτικά για εργαστηριακές εξετάσεις είναι προφανές ότι αθροιστικά η συνολική επιβάρυνση για τους ασφαλισμένους είναι τεράστια.
protothema.gr
seleo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου