Αλλά, για να είμαστε δίκαιοι, πολλές φορές, εκστομίζοντας βαριές λέξεις για κάποιον που δεν συμπαθούσαν ή είχαν μαζί του διαφορές, δεν κυριολεκτούσαν, αλλά μάλλον διάνθιζαν, με τον δικό τους, μοναδικό τρόπο, τον προφορικό τους λόγο. Έστω έτσι άκομψα και αντιαισθητικά. Ήταν πάντως λίγες και αυτό το άσχημο χούι τους συναντούσε τη γενικότερη αντίθεση και αποδοκιμασία της μικρής μας κοινωνίας.
Με τον καιρό, ωστόσο, έμελλε να διαπιστώσω ότι το «προνόμιο» της κατάρας, εκτός από τις δικές μας γριές, το είχαν, σε βαθμό που να τις συναγωνίζονται επάξια ή και να τις ξεπερνούν, και κάποιοι άλλοι, και μάλιστα με μόρφωση και σε πολλές περιπτώσεις κατέχοντας σημαίνουσα κοινωνική θέση. Από την κατηγορία αυτή, των ανθρώπων με την απύλωτη γλώσσα, δεν θα μπορούσαν να εξαιρεθούν και μερικοί ανώτατοι θρησκευτικοί λειτουργοί, από τους οποίους, πάντως, άλλα πράγματα θα περίμενε κανείς ν’ ακούσει. Εξέχουσα θέση μεταξύ αυτών διεκδικεί ο -γνωστός για τον εμπαθή και μισαλλόδοξο λόγο του, αφού μόνο μέσω αυτού έρχεται κάθε τόσο στην επικαιρότητα- μητροπολίτης Αιγιαλείας και Καλαβρύτων Αμβρόσιος (κατά κόσμον δε Αθανάσιος Λενής).
Ειρήσθω εν παρόδω ότι το βιογραφικό του εν λόγω ιεράρχη εμπλουτίζεται και με το ότι υπηρέτησε ως ιερέας της Χωροφυλακής από το έτος 1963 μέχρι το 1974 και πως από ιεροκήρυκας είχε λάβει τον βαθμό του Μοιράρχου, και κατόπιν του Ταγματάρχου Χωροφυλακής. Είναι ο ίδιος άνθρωπος που χαρακτήρισε τα βασανιστήρια της χούντας «παρέκκλιση και ατύχημα», τον εκ των πραξικοπηματιών της 21ης Απριλίου και των πρωταγωνιστών της σφαγής του Πολυτεχνείου Ντερτιλή «γενναίο στρατηγό» και τη Χ. Α.… «ελπιδοφόρα πολιτική δύναμη».
Επόμενο ήταν, λοιπόν, να απασχολήσει, κατά καιρούς, με τα λεγόμενά του, πολλούς, περιλαμβανομένης και της δικής μου ταπεινότητος. Τελευταίος του άθλος: εν μέσω των θείων παθών, εξαπέλυσε φοβερές κατάρες, που θα τις ζήλευαν, δεν αποκλείεται δε και να τις απέφευγαν, και οι πιο ευφάνταστες και λαλίστατες γριές που λέγαμε παραπάνω. Μεγάλη Παρασκευή. Ημέρα θλίψης, συντριβής, αλλά και συγχώρεσης. «Να ξεραθεί», λέει, «το χέρι του υπουργού και να τρυπήσει το στομάχι των κρεατοφάγων».
Αλλά, εύλογα θ’ αναρωτηθεί κάποιος, αξίζει, άραγε, έχει κανένα νόημα, να αφήνουμε στην άκρη άλλα ζωτικά του βίου θέματα μας και να ασχολούμαστε με τα καμώματα και τις ακραίες εκφράσεις ενός –αμετανόητου- ιεράρχη; Ίσως κανένα, τουλάχιστον για τον ίδιο τον φαρμακόγλωσσο. Παρ’ όλα αυτά, νομίζω, κάποιο σχόλιο δεν θα ήταν εντελώς άσκοπο και μάταιο. Και να γιατί:
Όταν ένας θρησκευτικός λειτουργός διατυπώνει δημόσιο λόγο και μάλιστα εν ονόματι του Θεού που αντιπροσωπεύει –υποτίθεται- επί της γης, προφανώς και δεν απευθύνεται στο στενό φιλικό του περιβάλλον, όπου μπορεί να χρησιμοποιεί, σύμφωνα με την αγωγή και την κουλτούρα του, τη γλώσσα του. Ένα ελάχιστο αυτοσυγκράτησης, συστολής και ευθύνης είναι αναγκαίο, σε κάθε περίπτωση, που θα τον ορίζει και θα τον οριοθετεί.
Εξάλλου, η –όχι και τόσο ευκαταφρόνητη εν καιρώ κρίσης- μισθοδοσία του δεν προέρχεται μόνο από όσους συντάσσονται μαζί του και τον χειροκροτούν, ακόμη και όταν ασχημονεί, αλλά και από αυτούς που μεγαλοφώνως (προσ)εύχεται (καταριέται) να πάθουν ανεπανόρθωτο κακό. Έτσι ο (χωρίς, φυσικά, κατάρες!) αντίλογος – σχολιασμός όχι μόνο δικαιολογείται, αλλά μάλλον θα λέγαμε και επιβάλλεται. Και στο κάτω κάτω κανείς δεν έχει ασυλία. Ακόμα και ο εκκλησιαστικός ηγέτης, ιδίως όταν ο λόγος του δεν υπερβαίνει απλώς κάποια συμβατά και κοινώς αποδεκτά όρια, αλλά γίνεται πάθος και δηλητήριο.
Αυτό που θα ήθελα να επισημάνω είναι ότι τέτοιες συμπεριφορές, λογικά θα περίμενε κανείς να συναντούν την απερίφραστη αποδοκιμασία της υπόλοιπης ιεραρχίας, προεξάρχοντος του Αρχιεπισκόπου, που στο κάτω κάτω την εκθέτουν. Κατανοητή, βέβαια, η ανάγκη για ισορροπίες, μόνο που αυτές, τις περισσότερες φορές, έχουν ήδη ανατραπεί, έστω κι αν οι ισορροπιστές και οι γεφυροποιοί αρνούνται να το παραδεχθούν. Από αδυναμία ή από εγωισμό, δεν έχει και τόση σημασία.
ΥΓ. Η κριτική εν προκειμένω δεν έχει απαραιτήτως ως αποδέκτη τον ίδιο προσωπικά τον (καταρώμενο) μητροπολίτη, οπότε το πολύ πολύ να προκαλέσει πάλι την εκτόξευση εκ μέρους του καμιάς φοβερής κατάρας (προσωπικά δεν νομίζω ότι διατρέχω παρόμοιο κίνδυνο, αφού ούτε να με διαβάσει πρόκειται κι ούτε να ασχοληθεί με τις κρίσεις μου). Απευθύνεται σε ευρύτερο ακροατήριο και σκοπός της δεν είναι άλλος παρά να στηλιτεύσει τη συγκεκριμένη συμπεριφορά.
ΝΙΚΟΣ ΕΠ. ΦΑΛΑΓΚΑΡΑΣ
08/05/2016
anexartitos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου