Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

Τηλεοπτικό πρωινό με τις συνέπειες του και όχι μόνο



              Να δεις πώς το έλεγε η γιαγιά μου, α ναι. Έλεγε «κουτσοί στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα». Όχι δεν είχε καθόλου άδικο, μα καθόλου. Έτσι προέκυψε και χθες ένα περιστατικό, που αν δεν ήταν μέσα σε στενό οικογενειακό κύκλο, θα «κοσμούσαν» οι Σέρρες τα δελτία ειδήσεων.
            Δεν είναι πλέον πρέπον, μια πρωινή εκπομπή που σέβεται τον εαυτό της, να μην έχει κάποιον ή κάποια που να επιδίδεται στις γαστρονομικές ικανότητες, πάντα με τον εκστασιασμένο θαυμασμό των παρουσιαστών.
            Στο προκείμενο έχουμε μια οικογένεια μεσοαστική. Ο πατέρας καταστηματάρχης στο κέντρο της πόλης, η μητέρα στο σπίτι με τα οικιακά της και την φροντίδα των δύο ανήλικων παιδιών. Η ζωή τους κυλούσε ήρεμα και χωρίς απρόβλεπτα μέχρι που...
            - Σήμερα Αθηνά, έχει πολύ δουλειά στο μαγαζί. Έχω και μια μεγάλη παραλαβή με νέο εμπόρευμα και θα χρειαστώ τη βοήθεια σου.
            - Εντάξει Δημήτρη. Τι ώρα θες να έρθω, για να ειδοποιήσω την μαμά να ‘ρθει για τα παιδιά;
            - Στις 11 με 12 είναι καλά και μέχρι την μία  το πολύ μιάμιση θα έχουμε τελειώσει.
            - Καλά, αγάπη μου.
            Όλα καλά και έφυγε ο πατέρας για τη δουλειά του. Η Αθηνά αφού τέλειωσε τον καφέ της, πήρε τηλέφωνο στην μητέρα της για να ζητήσει την συνδρομή της.
            Αφού χτύπησε αρκετές φορές, η συσκευή στο άλλο άκρο της γραμμής, ήρθε η απάντηση αγχωμένη.
            - Ναι, ποιος είναι;
            - Έλα καλέ μαμά, η Αθηνά είμαι.
            - Μωρέ στην πόρτα με πρόλαβες, μόλις είχα κλείσει την πόρτα και την ξανάνοιξα για να το προλάβω.
            - ...
            - Πώς ήταν αυτό και με θυμήθηκες;
            - Κλαψ, κλαψ, άρχισες πάλι. Άκουσε με.
            - Ναι, ναι όταν μιλώ όλο με κοροϊδεύεις. Να σε δω κυρά μου όταν θα σου κάνουν τα ίδια και τα δικά σου παιδιά, τι θα λες τότε.
            - Μαμά, σταμάτα σε παρακαλώ, δεν βιάζεσαι; Πού πήγαινες τόσο πρωί;
            - Στην εκκλησία καλέ, άντε λέγε.
            - Θέλω τη βοήθεια σου. Από τις έντεκα και μισή μέχρι το πολύ την μία. Έγινε;
            - Μόνο για αγγαρεία με θυμάσαι, έτσι;
            - Βρε μαμά.
            - Καλά, καλά.

           - Λοιπόν εγώ θα έχω φύγει, αν αργήσεις, κλειδιά έχεις. Στο ψυγείο είναι το κοτόπουλο βάλτο στον φούρνο κατά την μία, θα έχω καθαρίσει και τις πατάτες από πριν. Θα το βγάλω εγώ το φαΐ από τον φούρνο όταν γυρίσω. Εντάξει;

            - Καλά
            Όλα καλά, μόνο που πραγματικά η γιαγιά άργησε να έρθει. Κάτι το κήρυγμα και κάτι το μνημόσυνο που ακολούθησε, την έβγαλαν από το πρόγραμμα της. Δεν είχε και το κινητό της ανοικτό μέσα στην εκκλησία και έτσι η Αθηνά αφού είδε ότι περνούσε η ώρα, συνέστησε στα παιδιά της να είναι φρόνημα και ότι σε λίγο θα ‘ρθει και η γιαγιά τους για παρέα, έφυγε.
            Στην τηλεόραση, που ήταν ανοικτή, είχε μια εκπομπή, από τις πολλές όπως είπαμε, από αυτές τις λίγο «χαλαρές» του πρωινού και είχε φτάσει η ώρα που έπρεπε κάποιος να μαγειρέψει κάτι.
            Έτσι όταν η γιαγιά κατόρθωσε να «απαγκιστρωθεί» από τις άλλες «κοπέλες» της ηλικίας της και από τον πρωινό καφέ, το ρολόι έδειχνε σαν πυξίδα τον βορά. Δώδεκα, με δώδεκα και.
            Το κλειδί στην πόρτα σήμαινε ότι ήρθε η γιαγιά. Το πεντάχρονο «διαβολάκι», ο Κωστάκης, μες την τρελή χαρά την υποδέχτηκε με χαρά και όρμησε επάνω της φωνάζοντας.
            - Ήρθε η γιαγιά, ήρθε η γιαγιά.
            - Βρε το παλικάρι μου, τι μου κάνεις; Που είναι η Μαιρούλα;
            Μες την «τρελή» χαρά, ο Κωστάκης, αρπάζει το χέρι της γιαγιάς και πριν προλάβει αυτή να κλείσει την πόρτα, την σέρνει, κυριολεκτικά, στην κουζίνα.
            Η εικόνα που αντίκρισε, η γιαγιά, ήταν να κλαις και να γελάς μαζί. Πάντως η «πίεσή» της «κτύπησε» κόκκινο.
            Η Μαιρούλα, το δίχρονο αδερφάκι του Κωστάκη, να κάθεται οκλαδόν στη μέση του ταψιού πλαισιωμένη με τις, από πριν, καθαρισμένες πατάτες. Η πόρτα του φούρνου να «χάσκει» ανοικτή έτοιμη να υποδεχτεί το «πρόσφορο» για ψήσιμο!
            Δεν ξέρω αν τελικά φάγανε και τι φάγανε το μεσημέρι, ξέρω όμως πως η γιαγιά έφαγε και συνεχίζει να τρώει καλές δόσεις από κάτι χάπια.
            Περιττό να σας πω πως από τότε, όπως λένε οι ίδιοι, θα «χρυσώσουν» το «βίντεο κλαμπ» για παιδικά DVDs.
            «Παθός και μαθός», όπως λέει και σε μια ελληνική ταινία του ‘60!


Βασίλης Α. Βαφιάδης
Σέρρες, 23.1.2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου