Πολωνή σε Βενιζέλο: Δεν θέλω να ζήσω πτώχευση 2η φορά
Τη γκρίζα περίοδο από τη χρεοκοπημένη Πολωνίαα αφηγείται η 47χρονη κτηνοτρόφος που τράβηξε τους προβολείς σε ομιλία του Ευάγγελου Βενιζέλου στη Λιβαδειά. Διαβάστε αναλυτικά τη συνέντευξή της
Αντιμέτωπη με τις άσχημες μνήμες της οικονομικής κατάρρευσης
της Πολωνίας είναι πλέον η 46χρονη Πολωνή Μαργαρίτα Αργυράκου, που το
περασμένο Σάββατο τράβηξε τα βλέμματα όλων των παρευρισκομένων σε ομιλία
του Ευάγγελου Βενιζέλου στη Λιβαδειά.
Όπως η ίδια είχε τότε αναφέρει, χωρίς κανένας να της
απευθύνει το λόγο και χωρίς να χρειάζεται μικρόφωνο: "Εγώ βόσκω γίδια
και πρόβατα και οι γαλατάδες μας δίνουν 8μηνες επιταγές. Τι θα πω εγώ
στην προβατίνα, ότι θα φας σε οχτώ μήνες; Πως θα παράγω εγώ κύριοι την
πρώτη ύλη για το σημαιοφόρο προϊόν της Ελλάδας στις εξαγωγές, στην
Ευρωπαϊκή Ένωση και παγκοσμίως;", είπε και καταχειροκροτήθηκε από το
συγκεντρωμένο πλήθος.
Η ίδια, μιλώντας στην εφημερίδα "Το Έθνος", σημείωσε ότι από το 1989 είναι παντρεμένη με Έλληνα και από τότε ζει στην Ελλάδα, ωστόσο παραδέχτηκε ότι δεν θέλει να ξαναζήσει τις ίδιες καταστάσεις.
Βίαιες εικόνες από τη χρεοκοπημένη Πολωνία
Οι άγριες εικόνες από την καθημερινότητα που βίωσε στην κατεστραμμένη οικονομικά Πολωνία της δεκαετίας του 1980 είναι οι αναμνήσεις που έφερε μαζί της η κτηνοτρόφος Μαργαρίτα.
Για χρόνια, οι Πολωνοί ήταν υποχρεωμένοι να ζουν με δελτίο για το κρέας και τα καύσιμα, η μαύρη αγορά βρισκόταν σε άνθηση, ενώ έλειπαν ακόμα και οι στοιχειώδεις υπηρεσίες υγείας.
"Δεν θέλω να ξαναζήσω τις ίδιες καταστάσεις στην περίπτωση που η Ελλάδα αναγκαστεί να βγει από την Ευρωπαϊκή Ένωση", επαναλαμβάνει.
Όταν ήταν ακόμα έφηβη "το πρώτο εξάμηνο το ρεύμα κοβόταν σε καθημερινή βάση. Αμέσως μετά την κατάρρευση της χώρας τα σούπερ μάρκετ άδειασαν.
Μετά από τρεις μέρες τα μόνα πράγματα που μπορούσε να βρει κάποιος ήταν αλάτι και ξίδι. Όταν πέρασαν έξι μήνες και κανένας δεν μπορούσε να βρει τροφή στην ελεύθερη αγορά, έφτασε η ώρα να μας τη δώσει το κράτος με δελτίο", προσθέτει.
Οι ποσότητες κρέατος που δικαιούνταν κάθε Πολωνός, μόλις που έφταναν για να επιβιώσει: "Κάθε πολίτης έπαιρνε δυόμισι κιλά μοσχαρίσιο κρέας και ένα κοτόπουλο τον μήνα. Τα παιδιά δικαιούνταν λίγο περισσότερο και έπαιρναν τέσσερα κιλά. Το κράτος μοίραζε με δελτίο τα καύσιμα, ακόμα και τα τσιγάρα. Κάθε ενήλικος έπαιρνε 20 πακέτα τον μήνα".
Με αυτές τις συνθήκες η Πολωνία του 1980 προσέφερε μεγάλες ευκαιρίες πλουτισμού στους μαυραγορίτες, πολλοί εκ των οποίων πλούτισαν με την ανοχή ή τη διακριτική υποστήριξη διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών.
"Μπορούσες να βρεις πολλά βασικά είδη διατροφής και να αγοράσεις όποια ποσότητα ήθελες σε διπλάσιες και τριπλάσιες τιμές από την κανονική. Κάποτε είχαμε αγοράσει ένα σακί αλεύρι και το είχαμε κρύψει για να μην το βρει η αστυνομία και μας περάσει για μαυραγορίτες.
Πάντως υπήρχε και η ελεγχόμενη από το κράτος μαύρη αγορά όπου μπορούσες να βρεις τα πάντα, αρκεί να είχες δολάρια ή γερμανικά μάρκα για να πληρώσεις" λέει.
Κάποιες λύσεις έδιναν οι ανταλλαγές προϊόντων αλλά και η διάθεση τροφίμων από την Εκκλησία της Πολωνίας, στην οποία έφτανε η ανθρωπιστική βοήθεια από τη Δύση.
"Όποιος είχε τη δυνατότητα να κλέψει λίγο κρέας ή καύσιμα από ένα ασθενοφόρο το έκανε. Κανείς δεν έλεγε τίποτα", καταλήγει.
Σε περιόδους οικονομικής κατάρρευσης το επίπεδο της υγείας των πολιτών επιδεινώνεται και η Πολωνία του 1980 δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Όπως λέει ειρωνικά, ωστόσο, η κ. Αργυράκου, "ο κόσμος σταμάτησε να αρρωσταίνει".
Αυτό στην πραγματικότητα σημαίνει ότι "κανένας δεν μπορούσε να πάει στο νοσοκομείο, εκτός και αν η κατάσταση της υγείας του ήταν πολύ σοβαρή. Οι γιατροί είχαν τα αναλώσιμα για να αντιμετωπίσουν μόνο έκτακτα περιστατικά. Για να νοσηλευτεί κάποιος που δεν αντιμετώπιζε άμεσο κίνδυνο έπρεπε να αγοράσει και να έχει μαζί του τα απαραίτητα υλικά. Σε διαφορετική περίπτωση πάλευε μόνος του στο σπίτι".
Οι Πολωνοί έπαιρναν το κρέας με δελτίο για έξι χρόνια, ενώ για τα καύσιμα χρειάστηκαν εννέα μέχρι να αρχίσει ξανά η ελεύθερη διάθεσή του. Από τότε η χώρα ανεβαίνει σταθερά, αλλά ακόμα δεν έχει συνέλθει πλήρως από τις δύσκολες μέρες που ξεκίνησαν πριν από 30 χρόνια.
"Στην πρεσβεία γνώρισα τον σύζυγό μου και αυτή ήταν η μεγάλη τύχη μου. Με την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα μπορεί να πρέπει να πάμε στην Πολωνία. Αυτό δεν το θέλω, η πατρίδα μου πλέον είναι η Ελλάδα. Αλλά ο κόσμος πρέπει να ψηφίσει πολύ προσεκτικά σε λίγες μέρες", καταλήγει.
news247
Η ίδια, μιλώντας στην εφημερίδα "Το Έθνος", σημείωσε ότι από το 1989 είναι παντρεμένη με Έλληνα και από τότε ζει στην Ελλάδα, ωστόσο παραδέχτηκε ότι δεν θέλει να ξαναζήσει τις ίδιες καταστάσεις.
Βίαιες εικόνες από τη χρεοκοπημένη Πολωνία
Οι άγριες εικόνες από την καθημερινότητα που βίωσε στην κατεστραμμένη οικονομικά Πολωνία της δεκαετίας του 1980 είναι οι αναμνήσεις που έφερε μαζί της η κτηνοτρόφος Μαργαρίτα.
Για χρόνια, οι Πολωνοί ήταν υποχρεωμένοι να ζουν με δελτίο για το κρέας και τα καύσιμα, η μαύρη αγορά βρισκόταν σε άνθηση, ενώ έλειπαν ακόμα και οι στοιχειώδεις υπηρεσίες υγείας.
"Δεν θέλω να ξαναζήσω τις ίδιες καταστάσεις στην περίπτωση που η Ελλάδα αναγκαστεί να βγει από την Ευρωπαϊκή Ένωση", επαναλαμβάνει.
Όταν ήταν ακόμα έφηβη "το πρώτο εξάμηνο το ρεύμα κοβόταν σε καθημερινή βάση. Αμέσως μετά την κατάρρευση της χώρας τα σούπερ μάρκετ άδειασαν.
Μετά από τρεις μέρες τα μόνα πράγματα που μπορούσε να βρει κάποιος ήταν αλάτι και ξίδι. Όταν πέρασαν έξι μήνες και κανένας δεν μπορούσε να βρει τροφή στην ελεύθερη αγορά, έφτασε η ώρα να μας τη δώσει το κράτος με δελτίο", προσθέτει.
Οι ποσότητες κρέατος που δικαιούνταν κάθε Πολωνός, μόλις που έφταναν για να επιβιώσει: "Κάθε πολίτης έπαιρνε δυόμισι κιλά μοσχαρίσιο κρέας και ένα κοτόπουλο τον μήνα. Τα παιδιά δικαιούνταν λίγο περισσότερο και έπαιρναν τέσσερα κιλά. Το κράτος μοίραζε με δελτίο τα καύσιμα, ακόμα και τα τσιγάρα. Κάθε ενήλικος έπαιρνε 20 πακέτα τον μήνα".
Με αυτές τις συνθήκες η Πολωνία του 1980 προσέφερε μεγάλες ευκαιρίες πλουτισμού στους μαυραγορίτες, πολλοί εκ των οποίων πλούτισαν με την ανοχή ή τη διακριτική υποστήριξη διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών.
"Μπορούσες να βρεις πολλά βασικά είδη διατροφής και να αγοράσεις όποια ποσότητα ήθελες σε διπλάσιες και τριπλάσιες τιμές από την κανονική. Κάποτε είχαμε αγοράσει ένα σακί αλεύρι και το είχαμε κρύψει για να μην το βρει η αστυνομία και μας περάσει για μαυραγορίτες.
Πάντως υπήρχε και η ελεγχόμενη από το κράτος μαύρη αγορά όπου μπορούσες να βρεις τα πάντα, αρκεί να είχες δολάρια ή γερμανικά μάρκα για να πληρώσεις" λέει.
Κάποιες λύσεις έδιναν οι ανταλλαγές προϊόντων αλλά και η διάθεση τροφίμων από την Εκκλησία της Πολωνίας, στην οποία έφτανε η ανθρωπιστική βοήθεια από τη Δύση.
"Όποιος είχε τη δυνατότητα να κλέψει λίγο κρέας ή καύσιμα από ένα ασθενοφόρο το έκανε. Κανείς δεν έλεγε τίποτα", καταλήγει.
Σε περιόδους οικονομικής κατάρρευσης το επίπεδο της υγείας των πολιτών επιδεινώνεται και η Πολωνία του 1980 δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Όπως λέει ειρωνικά, ωστόσο, η κ. Αργυράκου, "ο κόσμος σταμάτησε να αρρωσταίνει".
Αυτό στην πραγματικότητα σημαίνει ότι "κανένας δεν μπορούσε να πάει στο νοσοκομείο, εκτός και αν η κατάσταση της υγείας του ήταν πολύ σοβαρή. Οι γιατροί είχαν τα αναλώσιμα για να αντιμετωπίσουν μόνο έκτακτα περιστατικά. Για να νοσηλευτεί κάποιος που δεν αντιμετώπιζε άμεσο κίνδυνο έπρεπε να αγοράσει και να έχει μαζί του τα απαραίτητα υλικά. Σε διαφορετική περίπτωση πάλευε μόνος του στο σπίτι".
Οι Πολωνοί έπαιρναν το κρέας με δελτίο για έξι χρόνια, ενώ για τα καύσιμα χρειάστηκαν εννέα μέχρι να αρχίσει ξανά η ελεύθερη διάθεσή του. Από τότε η χώρα ανεβαίνει σταθερά, αλλά ακόμα δεν έχει συνέλθει πλήρως από τις δύσκολες μέρες που ξεκίνησαν πριν από 30 χρόνια.
"Στην πρεσβεία γνώρισα τον σύζυγό μου και αυτή ήταν η μεγάλη τύχη μου. Με την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα μπορεί να πρέπει να πάμε στην Πολωνία. Αυτό δεν το θέλω, η πατρίδα μου πλέον είναι η Ελλάδα. Αλλά ο κόσμος πρέπει να ψηφίσει πολύ προσεκτικά σε λίγες μέρες", καταλήγει.
news247
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου