Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2017

Μέχρι τα 384 ευρώ οι συντάξεις χηρείας του ΟΓΑ, με τροπολογία

http://www.agronews.gr/files/temp/8F52F34AA10F23372FF4E13815ACD430.jpg
Αναλυτικότερα με την τροπολογία θεσμοθετείται ελάχιστο ποσό σύνταξης ύψους 384 για τον/την χήρο-χήρα και επιπλέον 384 ευρώ για τα τέκνα, εφόσον ο θανών είχε συμπληρώσει 20 έτη ασφάλισης.




Από τα 360 ευρώ θα ξεκινούν οι συντάξεις χηρείας του ΟΓΑ και θα φθάνουν έως το ανώτατο όριο των 384 ευρώ, σύμφωνα με τροπολογία του υπουργείου Εργασίας που κατατέθηκε στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομικών «Ρυθμίσεις για την αγορά παιγνίων».
Αναλυτικότερα, οι νέες ρυθμίσεις αφορούν και τους συνταξιούχους του ΟΓΑ για τους οποίους, προκειμένου να καθοριστεί εάν πρέπει να χορηγηθεί κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου, λαμβάνεται υπόψη το ποσό σύνταξης που δικαιούται κάθε δικαιοδόχο πρόσωπο (επιζών ή και διαζευγμένος σύζυγος και δικαιοδόχα τέκνα) μετά την εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 99 του νόμου 4387/2016.

Σε καμιά περίπτωση, όμως, οι συντάξεις χηρείας του ΟΓΑ δεν μπορεί να υπολείπονται των δικαιούχων άλλων ταμείων, για τους οποίους προβλέπεται ελάχιστο ποσό ύψους 384 ευρώ για σύνταξη χηρείας και επιπλέον 384 ευρώ για τα τέκνα, εφόσον ο θανών ή η θανούσα είχε συμπληρώσει 20 έτη ασφάλισης.
Αναλυτικότερα με την τροπολογία θεσμοθετείται ελάχιστο ποσό σύνταξης ύψους 384 για τον/την χήρο-χήρα και επιπλέον 384 ευρώ για τα τέκνα, εφόσον ο θανών είχε συμπληρώσει 20 έτη ασφάλισης.
Τα ως άνω ποσά μειώνονται κατά 1,25% για κάθε έτος ασφάλισης που υπολείπεται των 20, με κατώτατο όριο τα 360 ευρώ.
- Για τέκνα που έχουν χάσει και τους δύο γονείς, δίνονται τα ως άνω ποσά ως ελάχιστα σε κάθε τέκνο ξεχωριστά.
- Δίνεται η δυνατότητα χορήγησης σύνταξης σε τέκνα, σε περιπτώσεις που ο θάνατος επήλθε μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους και κατά τη διάρκεια προετοιμασίας για εισαγωγή σε ΑΕΙ, ΙΕΚ και ΚΕΚ ανεξαρτήτως της επιτυχούς ή μη έκβασης των εξετάσεων.
- Σε περίπτωση διακοπής χορήγησης της σύνταξης λόγω συμπλήρωσης του 18ου έτους, δίνεται η δυνατότητα επαναχορήγησης της σύνταξης κατά τη διάρκεια προετοιμασίας για εισαγωγή σε ΑΕΙ, ΙΕΚ και ΚΕΚ. Η σύνταξη χορηγείται κατά τη διάρκεια της φοίτησης έως το 24ο έτος της ηλικίας.

Η τροπολογία
Η εν λόγω τροπολογία αφορά τροποποίηση του άρθρου 12 του νόμου 4387/2016 (ΦΕΚ Α΄ 85) και σύμφωνα με την αιτιολογική της έκθεση, με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις επέρχονται ευνοϊκές μεταβολές στο καθεστώς συνταξιοδότησης των δικαιοδόχων μελών (επιζώντα ή/και διαζευγμένου συζύγου και τέκνων) στις περιπτώσεις θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου μετά την ισχύ του νόμου 4387/2016.
Ειδικότερα, ανά παράγραφο, επέρχονται οι εξής μεταβολές στο άρθρο 12 του ν.4387/2016:
1. Αναφορικά με την πρώτη παράγραφο της προτεινόμενης διάταξης, στην παρ. 1 περίπτωση Β υποπερίπτωση α΄ του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 ορίζεται ότι σύνταξη λόγω θανάτου χορηγείται στα τέκνα (νόμιμα, νομιμοποιηθέντα, αναγνωρισθέντα, υιοθετηθέντα και όσα εξομοιώνονται με αυτά), εφόσον είναι άγαμα και μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας ή του 24ου έτους της ηλικίας εφόσον φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες αναγνωρισμένες σχολές του εσωτερικού ή του εξωτερικού ή σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης ή Κέντρα/Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τα τέκνα στις περιπτώσεις που ο θάνατος του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου γονέα επέρχεται κατά το σχολικό έτος προετοιμασίας του τέκνου για την εισαγωγή του σε ανώτερη ή ανώτατη σχολή, ανεξαρτήτως της επιτυχούς ή μη έκβασης των εξετάσεων. Διευκρινίζεται ότι τούτο ισχύει και για τα επόμενα της Γ΄ Λυκείου έτη κατά τα οποία το τέκνο συμμετέχει σε εξετάσεις εισαγωγής σε ανώτατες ή ανώτερες σχολές.
2. Αναφορικά με την δεύτερη παράγραφο της προτεινόμενης διάταξης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7, 8, 12, 27 και 28 του ν.4387/2016 με τις οποίες εισάγεται νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων από 13/5/2016 και μετά (εθνική και ανταποδοτική σύνταξη), δεν προβλέπεται κατώτατο όριο σύνταξης για τους συνταξιούχους λόγω θανάτου. Κατώτατο όριο προβλέπεται μόνο για τις περιπτώσεις θανάτου από εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια, όπου προβλέπεται ότι το ποσό της σύνταξης που προκύπτει σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις του ν.4387/2016 δεν μπορεί να υπολείπεται του 2πλάσιου της εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 του ν.4387/2016 για 20 έτη ασφάλισης, δηλαδή του ποσού των 768 ευρώ (άρθρο 31 του ν.4387/2016).
Με την προτεινόμενη ρύθμιση εισάγεται κατώτατο όριο σύνταξης για τους δικαιούχους σύνταξης λόγω θανάτου (επιζώντα ή/και διαζευγμένο σύζυγο, δικαιοδόχα τέκνα) σε όλες τις περιπτώσεις θανάτου, εκτός του εργατικού ατυχήματος για το οποίο εξακολουθεί να ισχύει το άρθρο 31 του ν.4387/2016. Συγκεκριμένα, θεσπίζεται ως κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου το ποσό της εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 του ν.4387/2016 για 20 έτη ασφάλισης, δηλαδή το ποσό των €384,00. Σε περίπτωση που ο χρόνος ασφάλισης που είχε ο θανών ασφαλισμένος ή συνταξιούχος ήταν μικρότερος από 20 έτη, το ανωτέρω ποσό μειώνεται κατά 1,25% για κάθε έτος που υπολείπεται των 20 ετών και μέχρι 15 έτη ασφάλισης. Εάν ο χρόνος ασφάλισης είναι μικρότερος της 15ετίας χορηγείται το ως άνω ποσό που αντιστοιχεί σε 15 έτη ασφάλισης. Συνεπώς, το κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου διαμορφώνεται ως εξής:
Για ασφάλιση μέχρι και 15 έτη: 360 ευρώ
Για 16 έτη ασφάλισης: 364,80 ευρώ
 Για 17 έτη ασφάλισης: 369,60 ευρώ
 Για 18 έτη ασφάλισης: 374,40 ευρώ
Για 19 έτη ασφάλισης: 379,20 ευρώ
Για 20 και άνω έτη ασφάλισης: 384 ευρώ. 
Το ανωτέρω κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου χορηγείται αυτοτελώς στον επιζώντα ή/και διαζευγμένο σύζυγο και στα δικαιοδόχα τέκνα. Συνεπώς, ο επιζών σύζυγος δικαιούται να λάβει το ως άνω καθοριζόμενο κατώτατο όριο σύνταξης. Σε περίπτωση ύπαρξης και διαζευγμένου συζύγου το κατώτατο όριο επιμερίζεται μεταξύ των δύο δικαιούχων, σύμφωνα με τα ποσοστά που προβλέπονται στην υποπερίπτωση β΄ της περίπτωσης Α της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν.4387/2016.
Αντίστοιχα, τα δικαιοδόχα τέκνα δικαιούνται αυτοτελώς το ως άνω κατώτατο όριο, το οποίο επιμερίζεται μεταξύ τους, σύμφωνα με τα ποσοστά που προβλέπονται στην υποπερίπτωση γ΄ της περίπτωσης Α της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν.4387/2016. Σε περίπτωση ορφανών και από τους δύο γονείς τέκνων, κάθε ορφανό τέκνο δικαιούται να λάβει αυτοτελώς το ως άνω καθοριζόμενο κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου.
Ειδικά για τον ΟΓΑ, προκειμένου να καθοριστεί εάν πρέπει να χορηγηθεί κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου, λαμβάνεται υπόψη το ποσό σύνταξης που δικαιούται κάθε δικαιοδόχο πρόσωπο μετά την εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 99 του ν.4387/2016.
Τέλος, προβλέπεται ότι σε περίπτωση λήψης κατωτάτου ορίου σύνταξης λόγω θανάτου από τουλάχιστον ένα εκ των δικαιοδόχων προσώπων, δεν εφαρμόζονται τα δύο πρώτα εδάφια της περίπτωσης Β της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016, σύμφωνα με τα οποία αφενός το συνολικό ποσό της σύνταξης του επιζώντος συζύγου και των τέκνων δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης του θανόντος, αφετέρου σε περίπτωση υπέρβασης περιορίζεται ισόποσα το ποσοστό των τέκνων.
3. Αναφορικά με την τρίτη παράγραφο της προτεινόμενης διάταξης, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης Γ της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν.4387/2016 προβλέπεται ότι σε περίπτωση που ο επιζών ή/και διαζευγμένος σύζυγος απασχοληθεί ή λάβει σύνταξη από ίδιο δικαίωμα μετά την πάροδο 3ετίας από τη χορήγηση της σύνταξης λόγω θανάτου, το ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου περικόπτεται κατά 50% και το ποσό που περικόπτεται μεταβιβάζεται στα δικαιοδόχα τέκνα.
Με την τρίτη παράγραφο προβλέπεται ότι σε περίπτωση που ο επιζών ή/και διαζευγμένος σύζυγος λάβει ως σύνταξη λόγω θανάτου το κατώτατο όριο σύνταξης και μετά την πάροδο 3ετίας από τη χορήγηση της σύνταξης λόγω θανάτου, το κατώτατο όριο περικόπτεται κατά 50% και το ποσό που περικόπτεται μεταβιβάζεται και στην περίπτωση αυτά στα δικαιοδόχα τέκνα.
Αναλυτικά η προτεινόμενη διάταξη έχει ως εξής:
Άρθρο …
Τροποποίηση του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85)
1. Στο τέλος της υποπερ. α΄ της περ. Β της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 (Α΄85) μετά τη λέξη «ή» προστίθεται εδάφιο, από τότε που ίσχυσε, ως εξής: «εφόσον ο θάνατος επήλθε κατά τη διάρκεια του έτους προετοιμασίας για την εισαγωγή σε ανώτερη ή ανώτατη σχολή, ή»
2. Στο τέλος της περίπτωσης Β της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν.4387/2016 προστίθενται εδάφια, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:
« α) Το συνολικό ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου του επιζώντος ή/και του διαζευγμένου συζύγου, δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης του άρθρου 7 του παρόντος νόμου που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης. Εάν ο χρόνος ασφάλισης του θανόντος είναι μικρότερος των είκοσι (20) ετών, το ως άνω ποσό βαίνει μειούμενο κατά 1,25% για κάθε έτος ασφάλισης που υπολείπεται των είκοσι (20) ετών και μέχρι τη συμπλήρωση δέκα πέντε (15) ετών ασφάλισης. Για χρόνο ασφάλισης μικρότερο των δέκα πέντε (15) ετών, το ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου του επιζώντος ή/και του διαζευγμένου συζύγου δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού των τριακοσίων εξήντα (360) ευρώ. Τα ποσά των προηγούμενων εδαφίων επιμερίζονται μεταξύ επιζώντος και διαζευγμένου συζύγου, σύμφωνα με τα ποσοστά που προβλέπονται στην υποπερίπτωση β΄ της περίπτωσης Α της παρ. 4 του παρόντος άρθρου.
β) Σε περίπτωση ύπαρξης δικαιοδόχων τέκνων, το συνολικό ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου που δικαιούνται όλα τα δικαιοδόχα τέκνα υπολογίζεται, αντίστοιχα, ανάλογα με τα έτη ασφάλισης της προηγούμενης περίπτωσης και επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων τέκνων, σύμφωνα με τα ποσοστά που προβλέπονται στην υποπερίπτωση γ΄ της περίπτωσης Α της παρ. 4 του παρόντος άρθρου. Σε καμία περίπτωση το άθροισμα του ποσού της σύνταξης των δικαιοδόχων τέκνων δεν μπορεί να υπολείπεται των ανωτέρω, ανάλογα με τα έτη ασφάλισης του θανόντος, ποσών. Σε περίπτωση, όμως, ορφανών τέκνων και από δύο γονείς, το ποσό της σύνταξης που χορηγείται σε έκαστο εξ αυτών δεν μπορεί να υπολείπεται των ανωτέρω ποσών.
γ) Στις περιπτώσεις συνταξιούχων λόγω θανάτου του πρώην ΟΓΑ το ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου που προκύπτει σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 99 του παρόντος νόμου για κάθε δικαιοδόχο πρόσωπο (επιζώντα ή/και διαζευγμένο σύζυγο και δικαιοδόχα τέκνα) δεν μπορεί να υπολείπεται των ποσών των ανωτέρω περ. α’ και β΄.
Όταν χορηγείται το κατώτατο όριο σύνταξης λόγω θανάτου σε τουλάχιστον ένα (1) από τα δικαιοδόχα πρόσωπα δεν εφαρμόζονται τα δύο πρώτα εδάφια της περίπτωσης Β της παρούσας παραγράφου.»
3. Μετά το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης Γ της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν.4387/2016 (Α΄ 85) προστίθεται εδάφιο, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:

«Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στην περίπτωση που ο επιζών σύζυγος λαμβάνει το κατώτατο ποσό σύνταξης της περίπτωσης Β της παρούσας παραγράφου. ».

agronews.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου