Στον πολυσυζητημένο «Αλέξανδρο» του Ολιβερ Στόουν, στη σκηνή της
μεγάλης μάχης των Γαυγαμήλων,
...βλέπουμε ένα απόσπασμα μακεδονικού ιππικού να εφορμά για να δώσει το αποφασιστικό χτύπημα στον εχθρό, ακολουθώντας την επίλεκτη αιχμή του σώματος υπό τον Αλέξανδρο.
Αυτό που λίγοι γνωρίζουν είναι πως επικεφαλής τους δεν είναι κάποιος επαγγελματίας ηθοποιός ή κασκαντέρ αλλά ένας καθηγητής της... Οξφόρδης. Ο Ρόμπιν Λέιν Φοξ, τον οποίο συναντήσαμε την ημέρα των επαναληπτικών αυτοδιοικητικών εκλογών στην Αθήνα, ήταν ο ιστορικός σύμβουλος της ταινίας και αντί αμοιβής ζήτησε να συμμετάσχει στη μάχη.
Γνωρίζοντας από κοντά τον σπουδαίο όσο και παθιασμένο κλασικιστή, καταλάβαμε το γιατί...
«Δεν μου κάνει εντύπωση που το Μακεδονικό βρίσκεται στο επίκεντρο της εκλογικής αντιπαράθεσης. Πιστεύω πως σχεδόν όλοι οι Ελληνες θα ήθελαν η FYROM να είναι μια πετυχημένη, ευημερούσα και σταθερή χώρα. Και φυσικά από την άλλη πλευρά σίγουρα υπάρχουν εθνικιστικές φωνές. Εκείνο όμως που ούτε εγώ ούτε πολλοί Ελληνες επιθυμούμε να δούμε είναι το σπουδαίο όνομα της Μακεδονίας να δίνεται σε μια περιοχή η οποία δεν έχει απολύτως καμία ιστορική σχέση μαζί του – είμαι ολοκληρωτικά ενάντιος στη χρήση του όρου “Βόρεια Μακεδονία”», απαντά ο Βρετανός ιστορικός όταν, λόγω και της ημέρας, τον ρωτάμε αν βρίσκει παράξενο που οι εκλογές στην Ελλάδα εν έτει 2019 αναφέρονται τόσο πολύ στην αρχαία Μακεδονία.
Τι θα έκανε όμως ο ίδιος αν ήταν σε θέση ιστορικού συμβούλου γύρω από τη συμφωνία των Πρεσπών; «Οι ιστορικοί πρέπει να ξεκαθαρίζουν τα γεγονότα. Το βασικό είναι να αποφεύγονται η συγκάλυψη, τα ψέματα και οι διαστρεβλώσεις. Δεν παίρνουν όμως εκείνοι τις αποφάσεις και ορθώς. Το ίδιο και αν γινόταν κάποιου είδους δημοψήφισμα, θα έπρεπε να βεβαιωθούμε πως ο κόσμος ξέρει την Ιστορία». Ο ίδιος πάντως τη γνωρίζει σίγουρα καλά, ειδικά όταν μιλάμε για τη φιγούρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι ακόμα τον θαυμάζουν: «Είναι η νιότη του και η τρομερή του επιτυχία ως κατακτητή. Βέβαια σήμερα η ιδέα της κατάκτησης είναι κατακριτέα, όμως όπως και να το κάνουμε, είναι συναρπαστικό», λέει χαμογελώντας και συνεχίζει: «Είναι ακόμα η έμπνευση που έδινε στους άνδρες του, η αίσθηση της τακτικής, η τεράστια φιλοδοξία και βέβαια ένα μοναδικό ερώτημα: ποιος ήταν ο τελικός στόχος του;».
Η Ιστορία ωστόσο δεν διδάσκεται απαραίτητα σωστά. Η ταινία του Ολιβερ Στόουν, για παράδειγμα, που αναφέρθηκε παραπάνω, στην Ελλάδα λοιδορήθηκε επειδή παρουσίασε (ορθά) μια ελαφρώς διαφορετική εικόνα από τη φαντασίωση του «μάτσο» άνδρα-κατακτητή που συνήθως έχουμε στο μυαλό μας για τον Αλέξανδρο. «Κατά μια έννοια ήταν ένας “μάτσο” άνδρας. Παντρεύτηκε τρεις γυναίκες και απέκτησε ένα νόμιμο και τουλάχιστον άλλα δύο παράνομα παιδιά. Και βέβαια είχε ερωτικές σχέσεις με γυναίκες, άνδρες και με έναν ευνούχο. Προφανώς δεν έμοιαζε με σύγχρονο γκέι Νεοϋορκέζο, αλλά και η ετεροφυλοφιλία εκείνη την εποχή ήταν τελείως διαφορετική υπόθεση. Παρόμοια είναι η υπόθεση και με τον Σωκράτη. Πάντα με ενδιέφερε το πώς οι Ελληνες έβλεπαν τον Σωκράτη, έναν προφανώς ιδιοφυή άνδρα, ο οποίος παράλληλα εμφανώς λάτρευε τα μικρά αγόρια και είχε έντονη ομοφυλοφιλική φύση. Γενικώς οι άνθρωποι τείνουν να εξιδανικεύουν τις μεγάλες ιστορικές μορφές προκειμένου να ταιριάξουν στα δικά τους σύγχρονα στάνταρ. Τα παραδείγματα είναι πάρα πολλά, από τον Ιησού μέχρι τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ».
Τι μπορούμε όμως να κάνουμε με τη διδασκαλία της Ιστορίας στον σημερινό κόσμο, όπου τα βιβλία γίνονται όλο και πιο ξένα στα παιδιά; «Τα πάντα ξεκινούν από τον δάσκαλο. Δεν πιστεύω πως οι καινούργιες γενιές θεωρούν ότι όλα ξεκίνησαν από αυτούς. Από την άλλη, οι νέοι άνθρωποι σήμερα περνούν μεγάλες δυσκολίες λόγω οικονομικών συγκυριών και η γνώση της Ιστορίας είναι ακόμα πιο σημαντική ώστε να μην παρασυρθούν σε επικίνδυνες οδούς. Χρειαζόμαστε σωστή διδασκαλία μέσα στα σχολεία από τις πολύ μικρές ηλικίες».
Οι πιο πρόσφατες εκδόσεις του Βρετανού ακαδημαϊκού πάντως δεν αφορούν την αρχαία Ελλάδα αλλά τον Αγιο ή Ιερό Αυγουστίνο. «Προσωπικά είμαι παντελώς άθεος, όμως πάντα με ενδιέφεραν τα φιλοσοφικά ερωτήματα που εγείρουν οι χριστιανοί αλλά και παλαιότερα οι παγανιστές. Ο Αγιος Αυγουστίνος ήταν ένας άνθρωπος πολύ πιο έξυπνος από εμένα, ένα σπάνιο μυαλό και φυσικά τελείως λάθος στον (θρησκευτικό) πυρήνα του. Το βιβλίο μου σίγουρα ενόχλησε αρκετούς χριστιανούς, όχι όμως όλους».
Ο Ρόμπερτ Λέιν Φοξ ωστόσο, εκτός από διάσημος ιστορικός, είναι και διακεκριμένος... κηπουρός. Συγκεκριμένα, διατηρεί εδώ και 49(!) χρόνια τη στήλη της κηπουρικής στους Financial Times. «Ηδη από την ηλικία των 10, τα λουλούδια και τα φυτά είναι η μεγάλη μου αγάπη. Και βέβαια πάνε μαζί με όλα τα υπόλοιπα ενδιαφέροντά μου. Εκεί που εσείς βλέπετε μια κίτρινη μαργαρίτα, εγώ βλέπω το ξανθό κεφάλι της Ελένης της Τροίας. Θα μου πείτε, τα 49 χρόνια είναι πολλά. Ο Πλάτωνας όμως λέει πως καλός λόγος για να κρατήσεις μια δουλειά είναι ο τρόμος πως θα την κάνει κάποιος άλλος. Αυτό με κάνει και συνεχίζω», καταλήγει γελώντας.
...βλέπουμε ένα απόσπασμα μακεδονικού ιππικού να εφορμά για να δώσει το αποφασιστικό χτύπημα στον εχθρό, ακολουθώντας την επίλεκτη αιχμή του σώματος υπό τον Αλέξανδρο.
Αυτό που λίγοι γνωρίζουν είναι πως επικεφαλής τους δεν είναι κάποιος επαγγελματίας ηθοποιός ή κασκαντέρ αλλά ένας καθηγητής της... Οξφόρδης. Ο Ρόμπιν Λέιν Φοξ, τον οποίο συναντήσαμε την ημέρα των επαναληπτικών αυτοδιοικητικών εκλογών στην Αθήνα, ήταν ο ιστορικός σύμβουλος της ταινίας και αντί αμοιβής ζήτησε να συμμετάσχει στη μάχη.
Γνωρίζοντας από κοντά τον σπουδαίο όσο και παθιασμένο κλασικιστή, καταλάβαμε το γιατί...
«Δεν μου κάνει εντύπωση που το Μακεδονικό βρίσκεται στο επίκεντρο της εκλογικής αντιπαράθεσης. Πιστεύω πως σχεδόν όλοι οι Ελληνες θα ήθελαν η FYROM να είναι μια πετυχημένη, ευημερούσα και σταθερή χώρα. Και φυσικά από την άλλη πλευρά σίγουρα υπάρχουν εθνικιστικές φωνές. Εκείνο όμως που ούτε εγώ ούτε πολλοί Ελληνες επιθυμούμε να δούμε είναι το σπουδαίο όνομα της Μακεδονίας να δίνεται σε μια περιοχή η οποία δεν έχει απολύτως καμία ιστορική σχέση μαζί του – είμαι ολοκληρωτικά ενάντιος στη χρήση του όρου “Βόρεια Μακεδονία”», απαντά ο Βρετανός ιστορικός όταν, λόγω και της ημέρας, τον ρωτάμε αν βρίσκει παράξενο που οι εκλογές στην Ελλάδα εν έτει 2019 αναφέρονται τόσο πολύ στην αρχαία Μακεδονία.
Τι θα έκανε όμως ο ίδιος αν ήταν σε θέση ιστορικού συμβούλου γύρω από τη συμφωνία των Πρεσπών; «Οι ιστορικοί πρέπει να ξεκαθαρίζουν τα γεγονότα. Το βασικό είναι να αποφεύγονται η συγκάλυψη, τα ψέματα και οι διαστρεβλώσεις. Δεν παίρνουν όμως εκείνοι τις αποφάσεις και ορθώς. Το ίδιο και αν γινόταν κάποιου είδους δημοψήφισμα, θα έπρεπε να βεβαιωθούμε πως ο κόσμος ξέρει την Ιστορία». Ο ίδιος πάντως τη γνωρίζει σίγουρα καλά, ειδικά όταν μιλάμε για τη φιγούρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι ακόμα τον θαυμάζουν: «Είναι η νιότη του και η τρομερή του επιτυχία ως κατακτητή. Βέβαια σήμερα η ιδέα της κατάκτησης είναι κατακριτέα, όμως όπως και να το κάνουμε, είναι συναρπαστικό», λέει χαμογελώντας και συνεχίζει: «Είναι ακόμα η έμπνευση που έδινε στους άνδρες του, η αίσθηση της τακτικής, η τεράστια φιλοδοξία και βέβαια ένα μοναδικό ερώτημα: ποιος ήταν ο τελικός στόχος του;».
Το παρελθόν διδάσκει
Και ο πολιτικός Αλέξανδρος; «Ιδρυσε πόλεις σε όλη την Ασία. Είχε το
όραμα ενός ενωμένου, βελτιωμένου βασιλείου, προφανώς δοξαστικού για τον
ίδιο. Φρόντιζε όμως και να ενσωματώνει τους κατακτημένους λαούς,
αντίθετα για παράδειγμα από τους Μογγόλους ή τους πρώτους Αραβες
κατακτητές». Είναι μήπως ο ενωμένος κόσμος του Αλεξάνδρου (ή μια εκδοχή
του) η απάντηση και σε σημερινά προβλήματα; «Αυτό που πρέπει να κάνουμε
σήμερα είναι να δουλέψουμε στην κατεύθυνση της ορθής δημοκρατίας. Από το
παρελθόν μπορούμε να μάθουμε. Ειδικά από όλα τα απαίσια πράγματα που
υπάρχουν εκεί. Αν η αμερικανική κυβέρνηση κατανοούσε πραγματικά την
Ιστορία, δεν θα είχε εισβάλει ποτέ στο Ιράκ ούτε στο Βιετνάμ», απαντά ο
κ. Λέιν Φοξ.
Η Ιστορία ωστόσο δεν διδάσκεται απαραίτητα σωστά. Η ταινία του Ολιβερ Στόουν, για παράδειγμα, που αναφέρθηκε παραπάνω, στην Ελλάδα λοιδορήθηκε επειδή παρουσίασε (ορθά) μια ελαφρώς διαφορετική εικόνα από τη φαντασίωση του «μάτσο» άνδρα-κατακτητή που συνήθως έχουμε στο μυαλό μας για τον Αλέξανδρο. «Κατά μια έννοια ήταν ένας “μάτσο” άνδρας. Παντρεύτηκε τρεις γυναίκες και απέκτησε ένα νόμιμο και τουλάχιστον άλλα δύο παράνομα παιδιά. Και βέβαια είχε ερωτικές σχέσεις με γυναίκες, άνδρες και με έναν ευνούχο. Προφανώς δεν έμοιαζε με σύγχρονο γκέι Νεοϋορκέζο, αλλά και η ετεροφυλοφιλία εκείνη την εποχή ήταν τελείως διαφορετική υπόθεση. Παρόμοια είναι η υπόθεση και με τον Σωκράτη. Πάντα με ενδιέφερε το πώς οι Ελληνες έβλεπαν τον Σωκράτη, έναν προφανώς ιδιοφυή άνδρα, ο οποίος παράλληλα εμφανώς λάτρευε τα μικρά αγόρια και είχε έντονη ομοφυλοφιλική φύση. Γενικώς οι άνθρωποι τείνουν να εξιδανικεύουν τις μεγάλες ιστορικές μορφές προκειμένου να ταιριάξουν στα δικά τους σύγχρονα στάνταρ. Τα παραδείγματα είναι πάρα πολλά, από τον Ιησού μέχρι τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ».
Τι μπορούμε όμως να κάνουμε με τη διδασκαλία της Ιστορίας στον σημερινό κόσμο, όπου τα βιβλία γίνονται όλο και πιο ξένα στα παιδιά; «Τα πάντα ξεκινούν από τον δάσκαλο. Δεν πιστεύω πως οι καινούργιες γενιές θεωρούν ότι όλα ξεκίνησαν από αυτούς. Από την άλλη, οι νέοι άνθρωποι σήμερα περνούν μεγάλες δυσκολίες λόγω οικονομικών συγκυριών και η γνώση της Ιστορίας είναι ακόμα πιο σημαντική ώστε να μην παρασυρθούν σε επικίνδυνες οδούς. Χρειαζόμαστε σωστή διδασκαλία μέσα στα σχολεία από τις πολύ μικρές ηλικίες».
Στις Αιγές και στη Βεργίνα
Μερικές φορές πάντως, ειδικά στη χώρα μας, η Ιστορία βρίσκεται
κυριολεκτικά γύρω μας, περιμένοντας να αναδειχθεί. Ο κ. Λέιν Φοξ, εκτός
των υπολοίπων, συμμετείχε και στις εργασίες που γίνονται τα τελευταία
χρόνια στις Αιγές από την ομάδα της αρχαιολόγου Αγγελικής Κοτταρίδη.
«Είναι ωραίο, όταν πηγαίνεις σε έναν αρχαιολογικό χώρο, να βλέπεις έναν
αρχαίο κίονα, να λες “είναι υπέροχο” και να φεύγεις. Στην πραγματικότητα
δεν σου λέει σχεδόν τίποτα. Η Βεργίνα και οι Αιγές είναι για εμένα η
ανακάλυψη της ζωής μου, ήδη από τον καιρό του μεγάλου Ανδρόνικου. Η
καινούργια παρουσίαση στον χώρο αλλά και στο μουσείο θα είναι
εκπληκτική, με ψηφιακή επεξήγηση, η οποία θα αναδείξει και την τρομερή
δουλειά που έχει γίνει από τους ειδικούς εκεί – πραγματικά κορυφαία
διεθνώς. Δεν θα κοιτάς πια απλώς μερικές πέτρες πάνω σε έναν λόφο».
Οι πιο πρόσφατες εκδόσεις του Βρετανού ακαδημαϊκού πάντως δεν αφορούν την αρχαία Ελλάδα αλλά τον Αγιο ή Ιερό Αυγουστίνο. «Προσωπικά είμαι παντελώς άθεος, όμως πάντα με ενδιέφεραν τα φιλοσοφικά ερωτήματα που εγείρουν οι χριστιανοί αλλά και παλαιότερα οι παγανιστές. Ο Αγιος Αυγουστίνος ήταν ένας άνθρωπος πολύ πιο έξυπνος από εμένα, ένα σπάνιο μυαλό και φυσικά τελείως λάθος στον (θρησκευτικό) πυρήνα του. Το βιβλίο μου σίγουρα ενόχλησε αρκετούς χριστιανούς, όχι όμως όλους».
Ο Ρόμπερτ Λέιν Φοξ ωστόσο, εκτός από διάσημος ιστορικός, είναι και διακεκριμένος... κηπουρός. Συγκεκριμένα, διατηρεί εδώ και 49(!) χρόνια τη στήλη της κηπουρικής στους Financial Times. «Ηδη από την ηλικία των 10, τα λουλούδια και τα φυτά είναι η μεγάλη μου αγάπη. Και βέβαια πάνε μαζί με όλα τα υπόλοιπα ενδιαφέροντά μου. Εκεί που εσείς βλέπετε μια κίτρινη μαργαρίτα, εγώ βλέπω το ξανθό κεφάλι της Ελένης της Τροίας. Θα μου πείτε, τα 49 χρόνια είναι πολλά. Ο Πλάτωνας όμως λέει πως καλός λόγος για να κρατήσεις μια δουλειά είναι ο τρόμος πως θα την κάνει κάποιος άλλος. Αυτό με κάνει και συνεχίζω», καταλήγει γελώντας.
Το βραβείο
Με την αφορμή της συνέντευξης μπορέσαμε να μιλήσουμε και για τον θεσμό
του London Hellenic Prize, μέλος της επιτροπής του οποίου είναι και ο
Ρόμπιν Λέιν Φοξ. Το βραβείο, όπως μας εξήγησε και ο κ. Μιχάλης Μόσχος,
αντιπρόεδρος της London Hellenic Society που το υποστηρίζει, απονέμεται
εδώ και περισσότερα από 20 χρόνια· είναι δε ένα από τα σημαντικότερα
διεθνώς στον χώρο των ανθρωπιστικών επιστημών. «Στόχος του βραβείου
είναι να υποστηρίξει και να ενισχύσει την αγγλοελληνική κατανόηση και
συνεργασία. Είναι κάτι για το οποίο δουλεύουμε σκληρά τα τελευταία 20
χρόνια και χαίρομαι που έχουμε καταφέρει να το αναπτύξουμε και να το
μεγαλώσουμε». Ο φετινός νικητής του βραβείου, το οποίο συνοδεύεται από
το ποσό των 10.000 λιρών, είναι ο Βρετανός συγγραφέας Μάικλ Χιουζ, ο
οποίος μεταφέρει με τον τρόπο του την «Ιλιάδα» στη Βόρειο Ιρλανδία του
1996, με το πρόσφατο βιβλίο του «Country». Αν κάποιος ρίξει μια ματιά
στη λίστα παλαιότερων διακριθέντων, θα βρει ονόματα όπως του Πολ
Κάρντλετζ, του Μαρκ Μαζάουερ και της Αν Κάρσον. «Το σημαντικό είναι πως
το βραβείο κάνει ευρέως γνωστά βιβλία που εμπνέονται ή συνδέονται με τον
ελληνικό πολιτισμό, την ιστορία και τη λογοτεχνία. Καταφέρνουμε να
προσελκύσουμε μεγαλύτερο κοινό σε εκδηλώσεις είτε στο Λονδίνο είτε στην
Αθήνα. Οι Αγγλοι έχουν συνήθως πολύ στενή θεώρηση του ελληνικού κόσμου,
γνωρίζουν ίσως την κλασική αρχαιότητα ή τη μεγάλη γενναιότητα των
Ελλήνων στον πόλεμο. Υπάρχουν όμως πολύ περισσότερα στην Ελλάδα, ως
χώρα, ιδέα, οντότητα. Στην επιτροπή ασχολούμαστε επίσης με πολλά βιβλία
πεζογραφίας ή ποίησης από τη σύγχρονη παραγωγή. Γνώμονάς μας είναι η
πρόσβαση στο ευρύ κοινό, όχι μόνο στους ακαδημαϊκούς κύκλους»,
επισημαίνει ο κ. Λέιν Φοξ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου