Έρευνα που διενήργησε το Πανεπιστήμιο Jerash της Ιορδανίας προτείνει ότι
ελαιώνες μεγαλύτερου υψομέτρου στη χώρα έδιναν λάδι με πιο μακρά
διάρκεια ζωής στο ράφι και περισσότερη διατροφική αξία.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με δημοσίευμα του οliveoiltimes.com, ερευνητές συνέκριναν ελαιόλαδο από δέντρα σε σημείο κάτω από τα 750 πόδια από την επιφάνεια της θάλασσας στην Κοιλάδα της Ιορδανίας με άλλο που προερχόταν από ελαιώνες στα 1.600 (περιοχή Al-Subaihi), 2.230 (περιοχή Kufaranja) και 2.580 (περιοχή Madaba) μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
O Saleh Al-Shdiefat που διδάσκει στη Σχολή Γεωργίας του Πανεπιστημίου Jerash και η ομάδα του εξέτασαν τις τιμές 13 διαφορετικών λιπαρών οξέων με βάση 12 δείγματα, τρία από τα οποία παρασχέθηκαν από καθεμία από τις τέσσερις προαναφερόμενες περιοχές. Όσα χρησιμοποιήθηκαν για τις ανάγκες της έρευνας προέρχονταν από μη αρδευόμενες καλλιέργειες, στις οποίες η συγκομιδή έγινε στις αρχές Νοεμβρίου και αποθηκεύθηκαν σε ακριβώς ίδιες συνθήκες μέχρι να ολοκληρωθεί το ερευνητικό έργο.
Το εύρημα που προέκυψε ήταν ότι η αναλογία των ακόρεστων προς τα κορεσμένα λιπαρά οξέα – και ειδικά η παρουσία ελαϊκού οξέος (oleic acid) που θεωρείται το βασικό και πιο σημαντικό οξύ στη σύσταση του – για το ελαιόλαδο που είχε παραχθεί από ελαιόδεντρα μεγαλύτερου υψώματος έτεινε να είναι μεγαλύτερη.
Όπως σημειώνει ο επίκουρος καθηγητής Saleh Al-Shdiefat «Το ελαιόλαδο από μεγάλο υψόμετρο, όπως αυτό από την περιοχή Kufranja είναι καλής ποιότητας και χαρακτηρίζεται από περιόδους μακράς διατήρησης και αποθήκευσης συγκριτικά με άλλα ελαιόλαδα, συγκρατώντας με αυτό τον τρόπο τις φυσικές και χημικές του ιδιότητες και την υψηλή διατροφική του αξία».
Το μόνο στοιχείο που αντέβαινε στην αναφερόμενη γενική τάση ήταν ότι τα ελαιόλαδα από την περιοχή Kufaranja με το ελαφρά χαμηλότερο υψόμετρο, στα 2.230 πόδια, εμφανίζονταν να παρουσιάζουν υψηλότερες τιμές ακόρεστων λιπαρών οξέων απ’ ό,τι η περιοχή Madaba στα 2.580 πόδια. Όπως εξήγησε στους oliveoiltimes.com o Al-Shdiefat αυτό κυρίως οφείλεται στις «κλιματικές συνθήκες, ειδικά τη θερμοκρασία, την έκθεση στο φως και τη βροχή, σε συνδυασμό με τις πρακτικές που ακολουθούνται μετά τη συγκομιδή και μέχρι την κατεργασία στα ελαιοτριβεία».
Με άλλα λόγια, εξηγεί το δημοσίευμα των oliveoiltimes.com, ο καιρός και η μέθοδος συλλογής που ακολουθείται, επίσης έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην ποιότητα του ελαιολάδου αλλά στην περίπτωση που οι θεωρούμενες ως βέλτιστες μέθοδοι υιοθετούνται σε ελαιώνες μεγαλύτερου υψομέτρου και ο καιρός είναι σύμμαχος των καλλιεργητών, το ελαιόλαδο που παράγεται είναι καλύτερης ποιότητας.
Παράλληλα, ελαιόλαδο από δέντρα της Κοιλάδας της Ιορδανίας είχε τη χαμηλότερη αναλογία ακόρεστων προς κορεσμένα λιπαρά οξέα αλλά τα μεγαλύτερα ποσοστά λινελαϊκών (linoleic) και λινολενικών (linolenic) λιπαρών οξέων, που θεωρείται ότι συμβάλουν στη γεύση της ελιάς και προτιμώνται σε ό,τι αφορά τις επιτραπέζιες.
«Παρόλο που το ελαιόλαδο που παράγεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, όπως από την περιοχή της Κοιλάδας της Ιορδανίας, εμφανίζει μεγαλύτερη απήχηση στο τραπέζι του καταναλωτή, είχε τη χαμηλότερη ποιότητα στα τέσσερα σημεία που εξετάστηκαν και ήταν το πιο ευαίσθητο στην οξείδωση με μικρά περιθώρια συντήρησης» παρατήρησε ο επίκουρος καθηγητής Al-Shdiefat.
Ο ίδιος θεωρεί ότι τα συμπεράσματα της έρευνας μπορούν να φανούν χρήσιμα στην κατεύθυνση του εντοπισμού ευνοϊκών σημείων φύτευσης ελαιώνων στο μέλλον όσο και προσδιορισμού της πιο ενδεδειγμένης χρήσης αυτών που υπάρχουν ήδη, είτε για επιτραπέζια κατανάλωση είτε για εξαγωγές.
«Εάν ληφθεί υπόψη η εικόνα για την αποδοτικότητα και την ποιότητα που προκύπτει, συστήνεται να μη συνεχιστεί η φύτευση περισσότερων ελαιόδεντρων στην Κοιλάδα της Ιορδανίας», ανέφερε ο επίκουρος καθηγητής Al-Shdiefat.
Η ελαιοκαλλιέργεια και η παραγωγή ελαιολάδου είναι οι πιο σημαντικές γεωργικές ενασχολήσεις στην Ιορδανία, καλύπτοντας γύρω στο 24% της καλλιεργούμενης έκτασης, δίνοντας εισόδημα στους κατοίκους της υπαίθρου, με τον κλάδο να έχει γνωρίσει σημαντικές επενδύσεις τόσο από εγχώριους φορείς όσο και από το εξωτερικό την τελευταία δεκαετία.
Σύμφωνα με το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου, η Ιορδανία παρήγαγε 24.000 τόνους ελαιολάδου την περίοδο 2018/19, εκ των οποίων οι 1.000 κατευθύνθηκαν σε εξαγωγές, και 30.000 τόνους επιτραπέζιας ελιάς, από τους οποίους οι 5.000 εξήχθησαν.
«Στην Ιορδανία μας ενδιαφέρει να βελτιώσουμε την ποιότητα της ελιάς και του ελαιολάδου. Η συγκεκριμένη έρευνα είναι το πρώτο βήμα για την πραγματοποίηση αυτού του σκοπού. Χρειάζεται να αναζητήσουμε περιοχές σε υψόμετρο μεγαλύτερο από 1.000 μέτρα (3.280 πόδια) πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, για παράδειγμα στο νότιο τμήμα της Ιορδανίας (και όχι στο δυτικό και βορειοανατολικό όπου καλλιεργούνται παραδοσιακά) προκειμένου να διαπιστώσουμε εάν οι ελιές μπορούν να ευδοκιμήσουν εκεί» πρόσθεσε ο επίκουρος καθηγητής, η έρευνα με την υπογραφή του οποίου δημοσιεύθηκε από το Καναδικό Κέντρο Επιστήμης και Εκπαίδευσης.
Πηγή: Daniel Dawson, oliveoiltimes.com
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με δημοσίευμα του οliveoiltimes.com, ερευνητές συνέκριναν ελαιόλαδο από δέντρα σε σημείο κάτω από τα 750 πόδια από την επιφάνεια της θάλασσας στην Κοιλάδα της Ιορδανίας με άλλο που προερχόταν από ελαιώνες στα 1.600 (περιοχή Al-Subaihi), 2.230 (περιοχή Kufaranja) και 2.580 (περιοχή Madaba) μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
O Saleh Al-Shdiefat που διδάσκει στη Σχολή Γεωργίας του Πανεπιστημίου Jerash και η ομάδα του εξέτασαν τις τιμές 13 διαφορετικών λιπαρών οξέων με βάση 12 δείγματα, τρία από τα οποία παρασχέθηκαν από καθεμία από τις τέσσερις προαναφερόμενες περιοχές. Όσα χρησιμοποιήθηκαν για τις ανάγκες της έρευνας προέρχονταν από μη αρδευόμενες καλλιέργειες, στις οποίες η συγκομιδή έγινε στις αρχές Νοεμβρίου και αποθηκεύθηκαν σε ακριβώς ίδιες συνθήκες μέχρι να ολοκληρωθεί το ερευνητικό έργο.
Το εύρημα που προέκυψε ήταν ότι η αναλογία των ακόρεστων προς τα κορεσμένα λιπαρά οξέα – και ειδικά η παρουσία ελαϊκού οξέος (oleic acid) που θεωρείται το βασικό και πιο σημαντικό οξύ στη σύσταση του – για το ελαιόλαδο που είχε παραχθεί από ελαιόδεντρα μεγαλύτερου υψώματος έτεινε να είναι μεγαλύτερη.
Όπως σημειώνει ο επίκουρος καθηγητής Saleh Al-Shdiefat «Το ελαιόλαδο από μεγάλο υψόμετρο, όπως αυτό από την περιοχή Kufranja είναι καλής ποιότητας και χαρακτηρίζεται από περιόδους μακράς διατήρησης και αποθήκευσης συγκριτικά με άλλα ελαιόλαδα, συγκρατώντας με αυτό τον τρόπο τις φυσικές και χημικές του ιδιότητες και την υψηλή διατροφική του αξία».
Το μόνο στοιχείο που αντέβαινε στην αναφερόμενη γενική τάση ήταν ότι τα ελαιόλαδα από την περιοχή Kufaranja με το ελαφρά χαμηλότερο υψόμετρο, στα 2.230 πόδια, εμφανίζονταν να παρουσιάζουν υψηλότερες τιμές ακόρεστων λιπαρών οξέων απ’ ό,τι η περιοχή Madaba στα 2.580 πόδια. Όπως εξήγησε στους oliveoiltimes.com o Al-Shdiefat αυτό κυρίως οφείλεται στις «κλιματικές συνθήκες, ειδικά τη θερμοκρασία, την έκθεση στο φως και τη βροχή, σε συνδυασμό με τις πρακτικές που ακολουθούνται μετά τη συγκομιδή και μέχρι την κατεργασία στα ελαιοτριβεία».
Με άλλα λόγια, εξηγεί το δημοσίευμα των oliveoiltimes.com, ο καιρός και η μέθοδος συλλογής που ακολουθείται, επίσης έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην ποιότητα του ελαιολάδου αλλά στην περίπτωση που οι θεωρούμενες ως βέλτιστες μέθοδοι υιοθετούνται σε ελαιώνες μεγαλύτερου υψομέτρου και ο καιρός είναι σύμμαχος των καλλιεργητών, το ελαιόλαδο που παράγεται είναι καλύτερης ποιότητας.
Παράλληλα, ελαιόλαδο από δέντρα της Κοιλάδας της Ιορδανίας είχε τη χαμηλότερη αναλογία ακόρεστων προς κορεσμένα λιπαρά οξέα αλλά τα μεγαλύτερα ποσοστά λινελαϊκών (linoleic) και λινολενικών (linolenic) λιπαρών οξέων, που θεωρείται ότι συμβάλουν στη γεύση της ελιάς και προτιμώνται σε ό,τι αφορά τις επιτραπέζιες.
«Παρόλο που το ελαιόλαδο που παράγεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, όπως από την περιοχή της Κοιλάδας της Ιορδανίας, εμφανίζει μεγαλύτερη απήχηση στο τραπέζι του καταναλωτή, είχε τη χαμηλότερη ποιότητα στα τέσσερα σημεία που εξετάστηκαν και ήταν το πιο ευαίσθητο στην οξείδωση με μικρά περιθώρια συντήρησης» παρατήρησε ο επίκουρος καθηγητής Al-Shdiefat.
Ο ίδιος θεωρεί ότι τα συμπεράσματα της έρευνας μπορούν να φανούν χρήσιμα στην κατεύθυνση του εντοπισμού ευνοϊκών σημείων φύτευσης ελαιώνων στο μέλλον όσο και προσδιορισμού της πιο ενδεδειγμένης χρήσης αυτών που υπάρχουν ήδη, είτε για επιτραπέζια κατανάλωση είτε για εξαγωγές.
«Εάν ληφθεί υπόψη η εικόνα για την αποδοτικότητα και την ποιότητα που προκύπτει, συστήνεται να μη συνεχιστεί η φύτευση περισσότερων ελαιόδεντρων στην Κοιλάδα της Ιορδανίας», ανέφερε ο επίκουρος καθηγητής Al-Shdiefat.
Η ελαιοκαλλιέργεια και η παραγωγή ελαιολάδου είναι οι πιο σημαντικές γεωργικές ενασχολήσεις στην Ιορδανία, καλύπτοντας γύρω στο 24% της καλλιεργούμενης έκτασης, δίνοντας εισόδημα στους κατοίκους της υπαίθρου, με τον κλάδο να έχει γνωρίσει σημαντικές επενδύσεις τόσο από εγχώριους φορείς όσο και από το εξωτερικό την τελευταία δεκαετία.
Σύμφωνα με το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου, η Ιορδανία παρήγαγε 24.000 τόνους ελαιολάδου την περίοδο 2018/19, εκ των οποίων οι 1.000 κατευθύνθηκαν σε εξαγωγές, και 30.000 τόνους επιτραπέζιας ελιάς, από τους οποίους οι 5.000 εξήχθησαν.
«Στην Ιορδανία μας ενδιαφέρει να βελτιώσουμε την ποιότητα της ελιάς και του ελαιολάδου. Η συγκεκριμένη έρευνα είναι το πρώτο βήμα για την πραγματοποίηση αυτού του σκοπού. Χρειάζεται να αναζητήσουμε περιοχές σε υψόμετρο μεγαλύτερο από 1.000 μέτρα (3.280 πόδια) πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, για παράδειγμα στο νότιο τμήμα της Ιορδανίας (και όχι στο δυτικό και βορειοανατολικό όπου καλλιεργούνται παραδοσιακά) προκειμένου να διαπιστώσουμε εάν οι ελιές μπορούν να ευδοκιμήσουν εκεί» πρόσθεσε ο επίκουρος καθηγητής, η έρευνα με την υπογραφή του οποίου δημοσιεύθηκε από το Καναδικό Κέντρο Επιστήμης και Εκπαίδευσης.
Πηγή: Daniel Dawson, oliveoiltimes.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου