Τρίτη 3 Μαΐου 2011

Ένας υπέροχος Έλληνας

           Ήταν 10 παρά τέταρτο, περίπου το πρωί της Τρίτης 3 Μαΐου (σήμερα), που εμφανίστηκε στην οθόνη της τηλεόρασης η μορφή του κ. Ανδρέα Μαρτίνη, προέδρου του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και ακούστηκε η φωνή του από την άλλη μεριά της τηλεφωνικής γραμμής (μα ποτέ δεν θα ακουστεί η φωνή αυτού του ανθρώπου για κάτι ευχάριστο;), να μας γνωστοποιεί τον θάνατο του αγαπημένου μας Θανάση Βέγγου. Ξαφνικά όλη η ατμόσφαιρα «βάραινε» (βοήθησε και ο καιρός), όλη μου η διάθεση πήγε στο Ναδίρ.




           Ένας «δικός μας», πολυαγαπημένος άνθρωπος άφησε πίσω του τον «μάταιο» κόσμο, μας άφησε ορφανούς από εκφραστές της ζωής μας, ορφανούς από τον άλλο καλό, τον δημιουργικό, τον ανήσυχο εαυτό μας. Έφυγε από την ζωή τόσο ήσυχα, όσο αντίθετα έντονη και φασαριόζικο ήταν το πέρασμά του από τις ταινίες που κόσμησε με την παρουσία του.
           Ένας υπέροχος Έλληνας, βγαλμένος μέσα από τις φιγούρες του θεάτρου σκιών της ζωής. Ο «ενσαρκωτής» του συμπαθέστατου Καραγκιόζη, ο καρπαζοεισπράκτορας του Βεζίρη στην Αυλή του Πασά, που ζούσε στην τσίγκινη καλύβα του κάτω από την σκιά του Σαράι της χλίδας, με τα καθημερινά προβλήματα και τις ανησυχίες του, να τις μεταφέρει γλαφυρά σε κάθε θεατή, όσο σκληρόκαρδος κι αν ήταν.
           Να γεύεται την ζωή, μ’ όλες τις χαρές και τις λύπες, που τις έδινε απλόχερα, με τα εκφραστικότατα μάτια του και τις απαράμιλλες κινήσεις του, αν και μερικές ή πολλές φορές χρειαζόμασταν «δραμαμίνες» για να ανταπεξέλθουμε στις «καταιγιστικές» εναλλαγές σκηνών και συναισθημάτων.
           Ένας υπέροχος άνθρωπος, καλλιτέχνης, σύζυγος και πατέρας. Ο πιο οικείος απ’ όλο το «πάνθεο» του ελληνικού κινηματογράφου, που έμπαινε, μπαίνει και θα μπαίνει, όσο υπάρχουν Έλληνες, σε κάθε σπίτι, απρόσκλητος και ευπρόσδεκτος συνάμα όλες τις στιγμές της ζωής μας και θα έχει πάντα κάτι να μας πει. Να μας το πει με τον δικό του τρόπο, χωρίς ποτέ να χρειαστεί να βωμολοχήσει, αλλά μ’ εκείνο το «καλέ μου άνθρωπε», σ’ όλες του τις εκφάνσεις να λυγίζει ακόμα και σίδερα.
           «Καλέ μου άνθρωπε», ήταν το «τι κάνεις ρε γαμώτο», ήταν το «είσαι πολύ μ...κας», αλλά ήταν και το κυριολεκτικό «καλέ μου άνθρωπε» και το πίστευε. Το πίστευε και το έδειχνε σε κάθε του ταινία, από τις 126 στα 57 χρόνια του στον ελληνικό κινηματογράφο. Πρέπει να έχω δει όλες του τις ταινίες και δεν μπορώ να θυμηθώ κάποια που να φιλά στο στόμα την συμπρωταγωνίστριά του, όμως θυμάμαι, τον έρωτα του να τον διατρανώνει με το άγγιγμα κεφαλιού με κεφάλι, χέρι με χέρι ή με την έκφραση των ματιών του. Τα φιλιά του τα κρατούσε αποκλειστικά για τον έρωτα της δικής του ζωής την κυρία Ασημίνα, εφ όρου ζωής.
           Έκλεισε την κινηματογραφική του καριέρα με τις ταινίες «Ήσυχες μέρες του Αυγούστου» και «Όλα είναι δρόμος» του Παντελή Βούλγαρη, με εμφάνιση διαφοροποιημένη και χαμηλών τόνων αλλά στο απόγειο της ερμηνευτικής εκφραστικότητας. Ακόμα και στην τηλεόραση, το πέρασμα του από το «περί ανέμων και υδάτων», έκανε την «σειρά» να φαίνεται σαν τηλεοπτικό ποίημα και το «σενάριο» σαν λογοτέχνημα του Καρκαβίτσα.
           Είμαι υπερήφανος που είμαι συμπατριώτης του Θανάση Βέγγου και συνιδεάτης του, κρίμα όμως για τον ίδιο και την Υφήλιο που δεν κατάφερε να γνωρίσει έναν άλλο Γούντι Άλεν.


       Βασίλης Α. Βαφιάδης
          Σέρρες, 3.5.2011
          vafvas@yahoo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου