Αβέβαιη θεωρεί τη διεξαγωγή της έκτακτης σύσκεψης του Eurogroup τη Δευτέρα, για τη χορήγηση δεύτερου πακέτου διάσωσης στην Ελλάδα, το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας, τονίζοντας πως προς το παρόν δεν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις.
Σύμφωνα με σημερινή δήλωση του εκπροσώπου Τύπου του γερμανικού υπουργείου, δεν έχουν ολοκληρωθεί οι προαπαιτούμενες διαδικασίες, μεταξύ των οποίων η επίτευξη συμφωνίας μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των ιδιωτών πιστωτών της για το πρόγραμμα PSI.
«Μέχρι στιγμής δεν έχει σταλθεί πρόσκληση ούτε έχει ανακοινωθεί (η έκτακτη σύσκεψη του Eurogroup», δήλωσε χαρακτηριστικά ο εκπρόσωπος Τύπου του γερμανικού ΥΠΟΙΚ, επισημαίνοντας ότι δεν έχει υπάρξει ενημέρωση ότι θα διεξαχθεί η εν λόγω σύνοδος.
«Μια τέτοια σύνοδος -με θέμα την Ελλάδα- θα είχε νόημα μόνο εάν είχαν ξεκαθαριστεί όλες οι παράμετροι.... Τα εν λόγω κριτήρια, όμως, δεν πληρούνται προς το παρόν, οπότε είναι παρακινδυνευμένο να μιλάμε για σύγκλιση συνόδου», δήλωσε, τονίζοντας ότι η σύνοδος των Ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών θα συνέλθει μόνο όταν θα έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο σχετικά με το PSI.
Αντίθετος στη συμμετοχή της ΕΚΤ στο PSI o Φ. Ρέσλερ
Εν τω μεταξύ, ο Γερμανός αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας Φίλιπ Ρέσλερ τονίζει σήμερα σε συνέντευξή του στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας Wall Street Journal της Γερμανίας ότι δεν υπάρχει περίπτωση συμμετοχής της ΕΚΤ στην διαδικασία απομείωσης του ελληνικού χρέους. Παράλληλα, επιμένει στην αυστηρή επίβλεψη της Ελλάδας και συμπληρώνει πως «οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι έχουν ήδη πληρώσει υψηλό τίμημα για τις προβληματικές χώρες του ευρώ».
Η εφημερίδα αναφέρεται σε δήλωση του υπουργού Οικονομικών Ευάγγελου Βενιζέλου, ο οποίος φέρεται να είπε ότι χωρίς την συμμετοχή της ΕΚΤ στο «κούρεμα», ο στόχος για χρέος στο 120% ως το 2020 δεν μπορεί να επιτευχθεί. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας ωστόσο επιμένει ότι «δεν τίθεται θέμα» και προσθέτει ότι είναι οι ιδιώτες πιστωτές της Ελλάδας, οι οποίοι πρέπει πρωτίστως να παραιτηθούν από μέρος των δικαιωμάτων τους.
Σε ό,τι αφορά την επιπλέον οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα, ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας εξηγεί ότι «οι αποφάσεις μας κρέμονται από τα συμπεράσματα της τρόικας». Οπως αναφέρει, πριν από την εκταμίευση χρημάτων, χρειαζόμαστε την έκθεση της τρόικας, η οποία μπορεί να είναι έτοιμη τις επόμενες μέρες.
Επισημαίνει πάντως ότι «οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι έχουν ήδη πληρώσει υψηλό τίμημα για τις προβληματικές χώρες του ευρώ», ενώ απευθύνει έκκληση προς την Ελλάδα, ώστε «να ακολουθήσουν συγκεκριμένα μέτρα τις υποσχέσεις για μεταρρυθμίσεις».
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την πρόταση για ορισμό «επιτρόπου λιτότητας», ο Ρέσλερ σημειώνει ότι η ευθύνη διαχείρισης του προϋπολογισμού «είναι στα χέρια της ελληνικής Βουλής και εκεί θα μείνει», τονίζει ωστόσο ότι «είναι απολύτως θεμιτό η οικονομική βοήθεια να συνοδεύεται από ξεκάθαρη και αυστηρή επίβλεψη». «Θα δίναμε λάθος μήνυμα αν αποκλίναμε τώρα από τους στόχους. Πρέπει και να δαμάσουμε τον προϋπολογισμό και να βελτιώσουμε τους θεσμούς για να δημιουργηθεί και πάλι ανάπτυξη», καταλήγει.
«Η λιτότητα στραγγάλισε την ελληνική οικονομία»
Η συνέχιση της εξαθλίωσης στην ελληνική οικονομία συνιστά επακόλουθο των όρων λιτότητας που επέβαλε η τρόικα, υποστηρίζει ο Πέτερ Μπόφινγκερ, ένας εκ των πέντε σοφών της γερμανικής οικονομίας, ασκώντας έντονη κριτική στην πολιτική που ακολούθησαν ΕΕ, ΔΝΤ και ΕΚΤ για την αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης χρέους.
Σε συνέντευξή του προς τη Frankfurter Rundschau, ο Πέτερ Μπόφινγκερ, μέλος του Συμβουλίου των Εμπειρογνωμόνων της γερμανικής κυβέρνησης, υποστηρίζει ότι το πρόγραμμα της τρόικας για την Ελλάδα συγκροτήθηκε με εσφαλμένο τρόπο εξαρχής.
Τονίζει ακόμη ότι η συνέχιση της εξαθλίωσης στην ελληνική οικονομία συνιστά επακόλουθο των όρων λιτότητας που επέβαλε η τρόικα. «Μέσω των μέτρων λιτότητας η οικονομία στραγγαλίστηκε. Αυτό είχε ως συνέπεια να αυξηθούν τα ελλείμματα με αποτέλεσμα η τρόικα να απαιτήσει περισσότερες περικοπές». Σε αυτό το πλαίσιο το σύστημα κατέρρευσε εκτιμά ο γερμανός οικονομολόγος, επιρρίπτοντας στην τρόικα ότι «αγνόησε θεμελιώδεις νόμους της οικονομικής βαρύτητας».
naftemporiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου