«Μακεδονία ξακουστή
του Αλεξάνδρου η χώρα,
που έδιωξες τους βάρβαρους
κι ελεύθερη είσαι τώρα!
ήσουν και θα ΄σαι ελληνική,
Ελλήνων το καμάρι,
κι εμείς Ελληνόπουλα
σου πλέκουμε στεφάνι».
Αυτές είναι οι πρώτες δύο, από τις πέντε στροφές του γνωστού εμβατηρίου «Μακεδονία ξακουστή», που εσχάτως επανέκαμψε δυναμικά στο ηχητικό τοπίο της Ελλάδας. Ο απόλυτος παιάνας για την ελληνικότητα της Μακεδονίας, έχει γίνει τον τελευταίο καιρό, με το ζήτημα της ονοματοδοσίας της γειτονικής χώρας, ο εθνικός ύμνος και το ιερό τροπάριο όλων όσοι απορρίπτουν μετά βδελυγμίας το ιστορικό γεγονός πως η Μακεδονία είναι μια μεγάλη γεωγραφική περιοχή, που ανήκει, από το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων, στην Ελλάδα κατά 51%, στην τότε Σερβία (και νυν ΠΓΔΜ) κατά 38%, ενώ το 10% έχει προσαρτηθεί από τότε στη Βουλγαρία.
Η «Μακεδονία ξακουστή», όντως απηχεί, κυριολεκτικά και μεταφορικά, μια φαντασίωση – στην οποία οι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου, χωρίς στάλα βαρβαρικού αίματος στις φλέβες τους, καλπάζουν καβάλα στους Βουκεφάλες τους, με προτεταμένη τη σάρισά τους, προς τα πεπρωμένα της Φυλής. Όμως, ποιος είναι ο συνθέτης και ο στιχουργός αυτού του τραγουδιού, το οποίο, προσωπικά βαρέθηκα να τραγουδάω στο στρατό, σε πορείες, κατάκοπος, με τις αρβύλες να με χτυπάνε;
Εδώ τα πράγματα δυσκολεύουν και περιπλέκονται ολίγον. Διότι, στην πραγματικότητα, κανείς δεν ξέρει. Η Γουικιπίντια, η διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια, αναφέρει πως «η ακριβής προέλευση του τραγουδιού δεν είναι γνωστή. Σύμφωνα με εθνογραφική έρευνα σε χωριά των Σερρών και της Δράμας, παλαιότερα το τραγούδι δεν ήταν γνωστό, ούτε χορευόταν στην περιοχή. Γυναίκες από την την Άνω Ορεινή και την Πετρούσα αποδίδουν τους ελληνικούς στίχους και τη διδασκαλία του χορού σε κάποιον ανώνυμο δάσκαλο μετά τον Πόλεμο. Γυναίκες της Πετρούσας, πρώην εξαρχικού χωριού, ισχυρίζονται πως η μελωδία του τραγουδιού αποτελεί διασκευἠ μιας δικής τους τοπικής μελωδίας, που έγινε «κάπου πιο κεντρικά», και χορεύουν μία συγγενή μελωδία με σλαβικούς στίχους και διαφορετικά βήματα, όμοια με εκείνα άλλων τοπικών παραδοσιακών χορών».
Πράγματι, αυτό το τραγούδι, ακόμα και στα απαίδευτα ώτα ενός μη μουσικολόγου, ακούγεται άσχετο με τη μουσική παράδοση της Μακεδονίας – δεν είναι όπως τα δημοτικά τραγούδια, που λες και αποτελούν συνέχεια του τοπίου, των ανθρώπων και των έργων τους. Ακούγεται φτιαχτό, δημιουργημένο: δεν τραγουδιέται σε σημαντικές περιστάσεις της κοινωνικής ζωής, όπως είναι οι γάμοι, και δεν χορεύεται αυθορμήτως – φαίνεται πως κάποιος κάθισε και το έγραψε, κι όχι πολλοί, σε βάθος χρόνου. Ίσως να είναι αυτός ο ανώνυμος δάσκαλος, τις αρχές του εικοστού αιώνα, όταν οι Βούλγαροι κομιτατζήδες ρήμαζαν τη Μακεδονία. Ένα στοιχείο που συνηγορεί υπέρ αυτής της άποψης είναι πως ο τρίτος στίχος, «που έδιωξες τους βάρβαρους», αρχικά ήταν «που έδιωξες τους Βούλγαρους». Προφανώς άλλαξε, για λόγους πολιτικής ορθότητας...
Πάντως, το ωραίο, σχετικά με το εμβατήριο, είναι πως υπάρχει και άλλη μία εκδοχή σχετικά με την προέλευσή του. Που θα στενοχωρήσει σφόδρα τους υπερεθνικιστές και λοιπούς πατριδοκάπηλους, οι οποίοι βλέπουν παντού συνωμοσίες εναντίον τους, κυρίως σιωνιστικές... Λοιπόν, διαβάζω πάλι στη Γουικιπίντια πως ο «μουσικολόγος Μάρκος Δραγούμης εντόπισε μία κασέτα με ισπανοεβραϊκά τραγούδια της Θεσσαλονίκης, στην οποία περιλαμβάνεται η μελωδία του τραγουδιού ως σύνθεση που πραγματοποιήθηκε για τα εγκαίνια της Schola de la Alianza, του πρώτου εβραϊκού σχολείου της Θεσσαλονίκης, το 1873. Ο Δραγούμης πιθανολογεί ότι είτε η μελωδία δημιουργήθηκε για τα εγκαίνια του εβραϊκού σχολείου και έπειτα μεταδόθηκε σε άλλους λαούς της περιοχής ή είχε δημιουργηθεί αρχικά στα μέσα του 19ου αιώνα από κάποιον Δυτικό συνθέτη για τον Οθωμανό σουλτάνο και έπειτα χρησιμοποιήθηκε από τις εβραϊκές κοινότητες»...
Αν είναι έτσι, οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης έδωσαν και κάτι παραπάνω στην ελληνική Μακεδονία μας, εκτός από τις περιουσίες τους, οι οποίες, ως δια μαγείας, πέρασαν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, (και το Ολοκαύτωμα...) στα χέρια κάποιων τίμιων πατριωτών Ελλήνων Μακεδόνων. Έδωσαν κάτι περισσότερο από τις ταφόπλακες των προγόνων τους για να πλακοστρωθεί το προαύλιο του Αγίου Δημητρίου – έδωσαν και το εν λόγω εμβατήριο. Αλλά κανένα συλαλλητήριο δεν έγινε, κι ούτε θα γίνει ποτέ, γι’ αυτές τις ακούσιες προσφορές τους στη ξακουστή Μακεδονία μας.
που έδιωξες τους βάρβαρους
κι ελεύθερη είσαι τώρα!
ήσουν και θα ΄σαι ελληνική,
Ελλήνων το καμάρι,
κι εμείς Ελληνόπουλα
σου πλέκουμε στεφάνι».
Αυτές είναι οι πρώτες δύο, από τις πέντε στροφές του γνωστού εμβατηρίου «Μακεδονία ξακουστή», που εσχάτως επανέκαμψε δυναμικά στο ηχητικό τοπίο της Ελλάδας. Ο απόλυτος παιάνας για την ελληνικότητα της Μακεδονίας, έχει γίνει τον τελευταίο καιρό, με το ζήτημα της ονοματοδοσίας της γειτονικής χώρας, ο εθνικός ύμνος και το ιερό τροπάριο όλων όσοι απορρίπτουν μετά βδελυγμίας το ιστορικό γεγονός πως η Μακεδονία είναι μια μεγάλη γεωγραφική περιοχή, που ανήκει, από το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων, στην Ελλάδα κατά 51%, στην τότε Σερβία (και νυν ΠΓΔΜ) κατά 38%, ενώ το 10% έχει προσαρτηθεί από τότε στη Βουλγαρία.
Η «Μακεδονία ξακουστή», όντως απηχεί, κυριολεκτικά και μεταφορικά, μια φαντασίωση – στην οποία οι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου, χωρίς στάλα βαρβαρικού αίματος στις φλέβες τους, καλπάζουν καβάλα στους Βουκεφάλες τους, με προτεταμένη τη σάρισά τους, προς τα πεπρωμένα της Φυλής. Όμως, ποιος είναι ο συνθέτης και ο στιχουργός αυτού του τραγουδιού, το οποίο, προσωπικά βαρέθηκα να τραγουδάω στο στρατό, σε πορείες, κατάκοπος, με τις αρβύλες να με χτυπάνε;
Εδώ τα πράγματα δυσκολεύουν και περιπλέκονται ολίγον. Διότι, στην πραγματικότητα, κανείς δεν ξέρει. Η Γουικιπίντια, η διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια, αναφέρει πως «η ακριβής προέλευση του τραγουδιού δεν είναι γνωστή. Σύμφωνα με εθνογραφική έρευνα σε χωριά των Σερρών και της Δράμας, παλαιότερα το τραγούδι δεν ήταν γνωστό, ούτε χορευόταν στην περιοχή. Γυναίκες από την την Άνω Ορεινή και την Πετρούσα αποδίδουν τους ελληνικούς στίχους και τη διδασκαλία του χορού σε κάποιον ανώνυμο δάσκαλο μετά τον Πόλεμο. Γυναίκες της Πετρούσας, πρώην εξαρχικού χωριού, ισχυρίζονται πως η μελωδία του τραγουδιού αποτελεί διασκευἠ μιας δικής τους τοπικής μελωδίας, που έγινε «κάπου πιο κεντρικά», και χορεύουν μία συγγενή μελωδία με σλαβικούς στίχους και διαφορετικά βήματα, όμοια με εκείνα άλλων τοπικών παραδοσιακών χορών».
Πράγματι, αυτό το τραγούδι, ακόμα και στα απαίδευτα ώτα ενός μη μουσικολόγου, ακούγεται άσχετο με τη μουσική παράδοση της Μακεδονίας – δεν είναι όπως τα δημοτικά τραγούδια, που λες και αποτελούν συνέχεια του τοπίου, των ανθρώπων και των έργων τους. Ακούγεται φτιαχτό, δημιουργημένο: δεν τραγουδιέται σε σημαντικές περιστάσεις της κοινωνικής ζωής, όπως είναι οι γάμοι, και δεν χορεύεται αυθορμήτως – φαίνεται πως κάποιος κάθισε και το έγραψε, κι όχι πολλοί, σε βάθος χρόνου. Ίσως να είναι αυτός ο ανώνυμος δάσκαλος, τις αρχές του εικοστού αιώνα, όταν οι Βούλγαροι κομιτατζήδες ρήμαζαν τη Μακεδονία. Ένα στοιχείο που συνηγορεί υπέρ αυτής της άποψης είναι πως ο τρίτος στίχος, «που έδιωξες τους βάρβαρους», αρχικά ήταν «που έδιωξες τους Βούλγαρους». Προφανώς άλλαξε, για λόγους πολιτικής ορθότητας...
Πάντως, το ωραίο, σχετικά με το εμβατήριο, είναι πως υπάρχει και άλλη μία εκδοχή σχετικά με την προέλευσή του. Που θα στενοχωρήσει σφόδρα τους υπερεθνικιστές και λοιπούς πατριδοκάπηλους, οι οποίοι βλέπουν παντού συνωμοσίες εναντίον τους, κυρίως σιωνιστικές... Λοιπόν, διαβάζω πάλι στη Γουικιπίντια πως ο «μουσικολόγος Μάρκος Δραγούμης εντόπισε μία κασέτα με ισπανοεβραϊκά τραγούδια της Θεσσαλονίκης, στην οποία περιλαμβάνεται η μελωδία του τραγουδιού ως σύνθεση που πραγματοποιήθηκε για τα εγκαίνια της Schola de la Alianza, του πρώτου εβραϊκού σχολείου της Θεσσαλονίκης, το 1873. Ο Δραγούμης πιθανολογεί ότι είτε η μελωδία δημιουργήθηκε για τα εγκαίνια του εβραϊκού σχολείου και έπειτα μεταδόθηκε σε άλλους λαούς της περιοχής ή είχε δημιουργηθεί αρχικά στα μέσα του 19ου αιώνα από κάποιον Δυτικό συνθέτη για τον Οθωμανό σουλτάνο και έπειτα χρησιμοποιήθηκε από τις εβραϊκές κοινότητες»...
Αν είναι έτσι, οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης έδωσαν και κάτι παραπάνω στην ελληνική Μακεδονία μας, εκτός από τις περιουσίες τους, οι οποίες, ως δια μαγείας, πέρασαν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, (και το Ολοκαύτωμα...) στα χέρια κάποιων τίμιων πατριωτών Ελλήνων Μακεδόνων. Έδωσαν κάτι περισσότερο από τις ταφόπλακες των προγόνων τους για να πλακοστρωθεί το προαύλιο του Αγίου Δημητρίου – έδωσαν και το εν λόγω εμβατήριο. Αλλά κανένα συλαλλητήριο δεν έγινε, κι ούτε θα γίνει ποτέ, γι’ αυτές τις ακούσιες προσφορές τους στη ξακουστή Μακεδονία μας.
Ακούστε
την εκτέλεση του ενβατηρίου με πίπιζες από Χριστιανούς Ορθόδοξους
Άραβες. Πρόκειται για προσκόπους από την Παλαιστίνη και την πόλη Μπέιτ
Τζάλα της Βηθλεέμ, μια πόλη στην Δυτική Όχθη, που παίζουν με γκάιντες το
Μακεδονία Ξακουστή, ενώ κάνουν παρέλαση στο άγαλμα του Μεγάλου
Αλεξάνδρου στην παραλία της Θεσσαλονίκη
βίντεο: https://youtu.be/myJ5EfbgV6U?t=3
βίντεο: https://youtu.be/myJ5EfbgV6U?t=3
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου