Δευτέρα 14 Αυγούστου 2017

Ρευματοκλοπή. Ορισμός, διαδικασία εντοπισμού και συνέπειες

http://www.odigostoupoliti.eu/wp-content/uploads/2013/12/dei-01804350.jpg
Ως ρευματοκλοπή ορίζεται εν γένει η αυθαίρετη και με δόλο επέμβαση σε εξοπλισμό ή / και εγκαταστάσεις του Δικτύου, με σκοπό την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς αυτή να καταγράφεται, ή χωρίς να αντιστοιχίζεται με Εκπρόσωπο Φορτίου, και να μην τιμολογείται.




Συνηθέστερη περίπτωση συνιστά η επέμβαση στον μετρητή ή άλλο στοιχείο της μετρητικής διάταξης που αποσκοπεί στην αλλοίωση της καταγραφόμενης ενέργειας (καταγραφή μικρότερων ποσοτήτων έναντι της πραγματικής κατανάλωσης της εγκατάστασης). Στην περίπτωση αυτή υπάγεται η πλειονότητα των εντοπιζόμενων ρευματοκλοπών.
Εγχειρίδιο ρευματοκλοπών σε εφαρμογή της παραγράφου 23 του άρθρου 95 του Κώδικα Διαχείρισης Δικτύου Διαχείρισης Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας. (Αριθμ. απόφ. 236/2017 – ΦΕΚ Τεύχος Β’ 1871/30.05.2017)
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΡΕΥΜΑΤΟΚΟΠΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 95 ΚΩΔΙΚΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΔΔΗΕ
Άρθρο 1
Πεδίο Εφαρμογής
1. Με το παρόν εγχειρίδιο ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου 95 του Κώδικα Διαχείρισης ΕΔΔΗΕ σχετικά με τις ρευματοκλοπές.
Άρθρο 2
Ορισμός Ρευματοκλοπής
1. Ως ρευματοκλοπή ορίζεται εν γένει η αυθαίρετη και με δόλο επέμβαση σε εξοπλισμό ή/και εγκαταστάσεις του Δικτύου, με σκοπό την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς αυτή να καταγράφεται, ή χωρίς να αντιστοιχίζεται με Εκπρόσωπο Φορτίου, και να μην τιμολογείται. Συνηθέστερη περίπτωση συνιστά η επέμβαση στον μετρητή ή άλλο στοιχείο της μετρητικής διάταξης που αποσκοπεί στην αλλοίωση της καταγραφόμενης ενέργειας (καταγραφή μικρότερων ποσοτήτων έναντι της πραγματικής κατανάλωσης της εγκατάστασης). Στην περίπτωση αυτή υπάγεται η πλειονότητα των εντοπιζόμενων ρευματοκλοπών.
2. Άλλες περιπτώσεις ρευματοκλοπής είναι ενδεικτικά οι ακόλουθες:
• Η παράκαμψη υφιστάμενου μετρητή (απ” ευθείας σύνδεση της γραμμής πίνακα-μετρητή με το καλώδιο παροχής της εγκατάστασης), οπότε και το σύνολο της καταναλισκόμενης ενέργειας δεν καταγράφεται.
• Η απευθείας σύνδεση της εσωτερικής εγκατάστασης με το Δίκτυο, απουσία μετρητικού εξοπλισμού (σε περιπτώσεις που ο μετρητής έχει αποξηλωθεί ή και ουδέποτε εγκαταστάθηκε).
• Η απευθείας σύνδεση με αγκίστρωση στους αγωγούς του εναερίου δικτύου, απουσία μετρητή ή/και παροχής ή/και νομίμως υφιστάμενου κτίσματος (περιπτώσεις καταυλισμών κ.λπ.).
• Η αυθαίρετη επανενεργοποίηση παροχών που έχουν απενεργοποιηθεί αλλά υπάρχει σύμβαση προμήθειας σε ισχύ (π.χ. απενεργοποίηση μετά από αίτημα Προμηθευτή λόγω υπερημερίας, παραβίαση όρων σύμβασης σύνδεσης από πελάτη, μη ανανέωση εργοταξιακής παροχής), με ή χωρίς αλλοίωση της μέτρησης.
• Η αυθαίρετη επανασύνδεση παροχών που έχουν διακοπεί κατόπιν αίτησης οικειοθελούς διακοπής από τον τελευταίο χρήστη ή κατόπιν υποβολής δήλωσης παύσης εκπροσώπησης από τον τελευταίο προμηθευτή (χωρίς νέα δήλωση εκπροσώπησης και δυνατότητα υπαγωγής στο καθεστώς προμήθειας καθολικής υπηρεσίας), με ή χωρίς παράκαμψη του μετρητή, οπότε και η καταναλισκόμενη ενέργεια δεν τιμολογείται (παροχές χωρίς χρήστη και προμηθευτή), είτε αυτή καταγράφεται είτε όχι.
Άρθρο 3
Διάκριση των ρευματοκλοπών
1. Οι ρευματοκλοπές διακρίνονται σε:
α) Διαπιστωμένες ρευματοκλοπές
Ως τέτοιες χαρακτηρίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες τα ευρήματα είναι εμφανή, απτά και αδιάσειστα και τεκμηριώνουν κατά τρόπο αναμφισβήτητο την τέλεση ρευματοκλοπής. Ενδεικτικά και όχι περιοριστικά αναφέρονται οι εξής περιπτώσεις που εμπίπτουν στην κατηγορία αυτή:
• Απευθείας σύνδεση στο Δίκτυο με παράκαμψη του εξοπλισμού μέτρησης ή και απουσία αυτού.
• Αφαίρεση των σφραγίδων του κελύφους του μετρητή και παρεμπόδιση της περιστροφής του δίσκου μέσω παρεμβολής ξένου σώματος,
• Απομόνωση πηνίων τάσεως-εντάσεως.
• Διακοπή μιας ή δύο εκ των τριών διεγέρσεων σε τριφασικούς μετρητές
• Ορατή επέμβαση στον μηχανισμό μέτρησης ή τον απαριθμητή του μετρητή
• Παρέμβαση στους ακροδέκτες του μετρητή ή/και τοποθέτηση συσκευής βραχυκύκλωσής τους
• Ανοικτές επαφές στο κιβώτιο δοκιμών
• Μονωτικό υλικό στις επαφές του κιβωτίου δοκιμών
• Διακοπές επαφών στις γέφυρες των μετασχηματιστών μέτρησης
• Σύνδεση ουδετέρου στη γείωση
• Παρέμβαση στη συνδεσμολογία της μέτρησης
• Αλλαγή σχέσης μετασχηματιστών έντασης,
β) Πιθανολογούμενες ρευματοκλοπές
Ως τέτοιες χαρακτηρίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχουν μεν ευρήματα, ωστόσο αυτά αποτελούν ενδείξεις αλλά όχι αποδείξεις αλλοίωσης της μέτρησης, όπως ενδεικτικά η παραβίαση σφραγίδας του κελύφους του μετρητή, ενέργεια για την οποία δεν υπάρχει άλλος λόγος διάπραξης της πέραν της επέμβασης στον μετρητή, σε αντίθεση με την κοπή της σφραγίδας του κιβωτίου του μετρητή που πιθανώς δικαιολογείται λόγω επανοπλισμού του μικρο-αυτόματου διακόπτη, τα οποία ευρήματα ενισχύονται και από δυσεξήγητη μεταβολή της καταναλωτικής συμπεριφοράς (μείωση της κατανάλωσης).

Η παραβίαση σφραγίδας κιβωτίου μετρητή δεν αποτελεί εύρημα ενδεικτικό πιθανολογούμενης ρευματοκλοπής. Στις περιπτώσεις αυτές, εξετάζεται η μετρητική διάταξη για τυχόν άλλα ίχνη επέμβασης με σκοπό τη ρευματοκλοπή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ ΤΗΣ ΡΕΥΜΑΤΟΚΛΟΠΗΣ
Άρθρο 4
Τρόποι εντοπισμού των ρευματοκλοπών
1. Ο εντοπισμός των ρευματοκλοπών συντελείται με τους εξής κυρίως τρόπους:
(α) Μέσω των δελτίων αναφορών των καταμετρητών κατά τη λήψη των ενδείξεων τακτικής καταμέτρησης (προσωπικό ΔΕΔΔΗΕ ή συνεργαζόμενων εργολάβων καταμέτρησης) και της διενέργειας ελέγχου από τεχνικό προσωπικό του ΔΕΔΔΗΕ στη συνέχεια.
(β) Μέσω των δελτίων αναφορών των καταμετρητών (προσωπικό ΔΕΔΔΗΕ ή συνεργαζόμενων εργολάβων καταμέτρησης) κατά τις εργασίες έκτακτης λήψης ενδείξεων (αλλαγή χρήστη, αλλαγή προμηθευτή, οικειοθελής διακοπή από χρήστη κ.λπ.) και της διενέργειας ελέγχου από τεχνικό προσωπικό του ΔΕΔΔΗΕ στη συνέχεια.
(γ) Μέσω προγραμματισμένου ελέγχου μετρητών καθώς και ελέγχου που διενεργείται κατά τη διαδοχή χρήστη, ο οποίος διενεργείται από τεχνικό προσωπικό του ΔΕΔΔΗΕ.
(δ) Μέσω στοχευμένων ελέγχων παροχών για ρευματοκλοπή, οι οποίοι διενεργούνται αποκλειστικά από τεχνικό προσωπικό του ΔΕΔΔΗΕ, όταν υπάρχουν πιθανές υπόνοιες ρευματοκλοπής, όπως, ενδεικτικά, στην περίπτωση σημαντικών και αιφνίδιων μεταβολών στην κατανάλωση χωρίς μεταβολή του χρήστη και γενικά κατόπιν των ελέγχων μετρήσεων που διενεργούνται στο πλαίσιο της διαχείρισης μετρήσεων.
(ε) Μέσω της διενέργειας λοιπών εργασιών συντήρησης ή επέμβασης σε υφιστάμενες παροχές (επανασφράγιση κιβωτίων μετρητών κ.λπ.), από τεχνικό προσωπικό του ΔΕΔΔΗΕ, ή συνεργαζόμενους εργολάβους και της διενέργειας ελέγχων στη συνέχεια από τεχνικό προσωπικό του ΔΕΔΔΗΕ.
(στ) Μέσω καταγγελιών από τρίτους καθώς και ενημέρωσης από Προμηθευτές και της διενέργειας ελέγχων στη συνέχεια από τεχνικό προσωπικό του ΔΕΔΔΗΕ.
(ζ) Μέσω των συμβάντων που καταγράφονται και των δεδομένων που συλλέγονται από την τηλεμέτρηση, προκειμένου για τηλεμετρούμενους ηλεκτρονικούς μετρητές και της διενέργειας ελέγχων στη συνέχεια από τεχνικό προσωπικό του ΔΕΔΔΗΕ.
2. Με βάση τα ευρήματα των αυτοψιών και ελέγχων που διενεργεί ο ΔΕΔΔΗΕ διακρίνονται οι ακόλουθες περιπτώσεις:
Άρθρο 5
Βασικοί Κανόνες
1. Οι ενέργειες και οι χειρισμοί του Διαχειριστή του Δικτύου κατά τη διαδικασία διαπίστωσης των ρευματοκλοπών υπακούουν στις ακόλουθες γενικές αρχές:
(Α) Αποτελεσματικότητα των χειρισμών, ως προς τον εντοπισμό των ρευματοκλοπών αλλά και ως προς την προσπάθεια περιορισμού του φαινομένου. Επιτυγχάνεται με τη διατήρηση του πλεονεκτήματος του αιφνιδιαστικού ελέγχου όλων των παροχών από τεχνικά συνεργεία του ΔΕΔΔΗΕ.
(Β) Διαφάνεια των ενεργειών. Επιτυγχάνεται με την αποτύπωση των ευρημάτων και τη λήψη φωτογραφιών, καθώς και την πρόνοια για την αναζήτηση, την ενημέρωση και φυσική παρουσία του καταναλωτή ή εκπροσώπου του (εφόσον αυτός παρευρίσκεται στο ακίνητο) πριν την έναρξη του ελέγχου καθώς και πριν από οποιαδήποτε επέμβαση προς άρση της ρευματοκλοπής (παρέμβαση στην μετρητική διάταξη ή αντικατάστασή της), την έγγραφη ενημέρωση του καταναλωτή στη συνέχεια και την συλλογή και φύλαξη όλων των αποδεικτικών στοιχείων. Επίσης με την παρουσία εκπροσώπου ανεξάρτητου φορέα που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διαχείρισης του Δικτύου κατά τη διάρκεια του ελέγχου.
(Γ) Ίση μεταχείριση των καταναλωτών. Επιτυγχάνεται με την τυποποίηση των εγγράφων και των παρεχόμενων πληροφοριών, την επικέντρωση στις περιπτώσεις διαπιστωμένων ρευματοκλοπών και την κατά το δυνατόν οριοθέτηση των τελευταίων, καθώς και με την κοινή σε όλες τις περιπτώσεις αλληλουχία ενεργειών.
Άρθρο 6
Διαδικασία διαπίστωσης ρευματοκλοπής
1. Ο ΔΕΔΔΗΕ διενεργεί αιφνιδιαστικό έλεγχο παροχών είτε στο πλαίσιο σχετικών ερεθισμάτων και αναφορών κατά τα προεκτεθέντα (αναφορές για κομμένες σφραγίδες κιβωτίου ή κελύφους μετρητή, ίχνη επέμβασης στην μετρητική διάταξη κ.λπ.), είτε στο πλαίσιο στοχευμένων ελέγχων με ή χωρίς προϋπάρχον ερέθισμα, χωρίς προειδοποίηση του καταναλωτή, αφού σε πλείστες περιπτώσεις οι παρεμβάσεις είναι δυνατόν να αρθούν χωρίς εμφανές και απτό αποτύπωμα και τυχόν εκ των προτέρων ενημέρωση του καταναλωτή θα παρείχε το απαιτούμενο προς τούτο χρονικό περιθώριο.
2. Ο έλεγχος διενεργείται από τεχνικό συνεργείο του ΔΕΔΔΗΕ στο οποίο συμμετέχουν κατ” ελάχιστον δύο άτομα (έμπειροι σε θέματα παροχών τεχνικοί), τα οποία φέρουν υπηρεσιακές ταυτότητες. Το συνεργείο του ΔΕΔΔΗΕ συνοδεύεται από εκπρόσωπο του ανεξάρτητου φορέα που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διαχείρισης Δικτύου, στον οποίο δεν γνωστοποιούνται εκ των προτέρων τα στοιχεία της εγκατάστασης που πρόκειται να ελεγχθεί και του χρήστη αυτής.
4. Ο χρήστης της παροχής, ή άλλος παριστάμενος στο ακίνητο ή την εγκατάσταση που εξυπηρετεί η παροχή εκπρόσωπος του, αναζητείται και, εφόσον παρίσταται, ενημερώνεται περί του επικείμενου ελέγχου της μετρητικής διάταξης, ενώ του ζητείται να επιτρέψει, ως οφείλει, την προσπέλαση στον μετρητή, στις περιπτώσεις που ο τελευταίος βρίσκεται σε μη απευθείας προσβάσιμο σημείο εντός του ακινήτου.
5. Εφόσον από τα ευρήματα τεκμαίρεται διαπιστωμένη ρευματοκλοπή, τα ευρήματα φωτογραφίζονται με καταγραφή ημερομηνίας, ενώ καταβάλλεται προσπάθεια να παρίστανται κατά τη φωτογράφιση αστυνομικό όργανο, καθώς και ο καταναλωτής ή εκπρόσωπος του, στους οποίους και επιδεικνύονται τα ευρήματα της ρευματοκλοπής, πριν από οποιαδήποτε επέμβαση προς άρση της. Ο ΔΕΔΔΗΕ οφείλει να συλλέγει και να τηρεί στοιχεία προς απόδειξη της προσπάθειας κλήσης αστυνομικού οργάνου, σε περίπτωση μη προσέλευσής του.
Άρθρο 7
Περιπτώσεις Διακοπής Παροχής Ηλεκτροδότησης και αποκατάστασης της ορθής λειτουργίας της μετρητικής διάταξης
1. Με τη διαπίστωση της ρευματοκλοπής, η παροχή ηλεκτροδότησης δεν διακόπτεται, εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις που η παροχή διακόπτεται επί τόπου:
(α) Σε όλες τις περιπτώσεις τροφοδότησης από το Δίκτυο χωρίς να υπάρχει σύμβαση με προμηθευτή, ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή όχι μετρητή, καθώς και στις περιπτώσεις που υφίσταται μεν σύμβαση με προμηθευτή, η παροχή όμως έχει διακοπεί είτε λόγω χρέους είτε για άλλο λόγο (παραβίαση όρου σύμβασης σύνδεσης, μη ανανέωση εργοταξιακής παροχής κ.λπ.) και διαπιστώνεται αυθαίρετη επανασύνδεση ή και ρευματοκλοπή.
(β) Στην περίπτωση που ο τρόπος διενέργειας της ρευματοκλοπής ενέχει κινδύνους είτε για τον διαπράττοντα αυτήν, είτε και για παρακείμενους καταναλωτές (η περίπτωση της διακοπής της συνέχειας του ουδετέρου και της σύνδεσης του στη γείωση) και μέχρι την άρση της επικινδυνότητας με αποκατάσταση από πλευράς του χρήστη των ορθών συνδέσεων.
2. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις διαπιστωμένης ρευματοκλοπής, μετά το πέρας του ελέγχου, το συνεργείο του ΔΕΔΔΗΕ αποκαθιστά την ορθή λειτουργία της μετρητικής διάταξης, με ή χωρίς αντικατάσταση του υφιστάμενου μετρητή, συλλέγει τα αποδεικτικά στοιχεία της ρευματοκλοπής (κομμένα καλώδια, πρόσθετες «γέφυρες» ή άλλα ξένα σώματα κ.λπ.) και προβαίνει στη σφράγιση των κιβωτίων εντός των οποίων είναι τοποθετημένοι οι μετρητές και τα λοιπά στοιχεία της μέτρησης, χωρίς διακοπή της ηλεκτροδότησης. Εφόσον η αλλοίωση της καταγραφόμενης ενέργειας δεν επήλθε ως αποτέλεσμα άμεσης επέμβασης στον μετρητή και αυτός διατηρεί την αρτιότητα και λειτουργικότητα του (πχ. παράκαμψη του μετρητή, επέμβαση στη συνδεσμολογία της μέτρησης, αφαίρεση γεφυροσυνδέσμου διέγερσης κ.λπ.), ο μετρητής δεν αντικαθίσταται, ενώ σε αντίθετη περίπτωση, δηλ. στην περίπτωση που υπάρχουν εμφανή ίχνη παραβίασης ή και ζημίας του μετρητή, αυτός αντικαθίσταται και η παροχή επανηλεκτροδοτείται. Σε κάθε περίπτωση καταγράφεται η τρέχουσα ένδειξη του υφιστάμενου μετρητή κατά την χρονική στιγμή του ελέγχου.
Άρθρο 8
Ενημέρωση του Χρήστη της Παροχής για τη διενέργεια ελέγχου
Συντάσσεται επί τόπου και επιδίδεται στον χρήστη ή θυροκολλείται δελτίο επίσκεψης συνεργείου με το οποίο ενημερώνεται ο χρήστης για το χρόνο διενέργειας του ελέγχου, το πλαίσιο στο οποίο έλαβε χώρα αυτός, την έκβαση του (διαπίστωση ρευματοκλοπής, πιθανολογούμενη ρευματοκλοπή, ουδέν εύρημα) και τυχόν ενέργειες που έπονται. Στο δελτίο αναγράφονται επίσης τα στοιχεία της οικείας τοπικής μονάδας του Διαχειριστή Δικτύου (Περιοχή), του συνεργείου που διενήργησε τον έλεγχο, του εκπροσώπου του ανεξάρτητου φορέα, του αστυνομικού οργάνου και του καταναλωτή ή εκπροσώπου του, οι οποίοι παρίσταντο.
Άρθρο 9
Φύλαξη των Ευρημάτων της Ρευματοκλοπής
Το σύνολο των ευρημάτων που συνιστούν αποδεικτικά στοιχεία της ρευματοκλοπής, συμπεριλαμβανομένου και του μετρητή, εφόσον αφαιρεθεί, φυλάσσονται στα γραφεία της οικείας τοπικής μονάδας του Διαχειριστή του Δικτύου (Περιοχή) μέχρις ότου η υπόθεση τελεσιδικήσει.
Άρθρο 10
Δελτίο Αναφοράς Ρευματοκλοπής
Για κάθε περίπτωση διαπιστωμένης ρευματοκλοπής συμπληρώνεται το Δελτίο Αναφοράς Ρευματοκλοπής (τυποποιημένο έντυπο που εκδίδεται από την σχετική μηχανογραφική εφαρμογή που έχει αναπτύξει ο ΔΕΔΔΗΕ για την παρακολούθηση των υποθέσεων ρευματοκλοπής σε όλα τους τα στάδια), με βάση τα εκάστοτε ευρήματα και υπογράφεται από τους διενεργήσαντες τον έλεγχο και τον εντοπισμό τεχνικούς του ΔΕΔΔΗΕ.
Άρθρο 11
Γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων του ελέγχου στον χρήστη
1. Εντός δύο ημερών από την χρονική στιγμή εντοπισμού διαπιστωμένης ρευματοκλοπής και εφόσον η ρευματοκλοπή αφορά ηλεκτροδοτούμενο χώρο για τον οποίο έχει συναφθεί σύμβαση σύνδεσης, περιλαμβανομένων των περιπτώσεων αυθαίρετης επανασύνδεσης παροχής που έχει απενεργοποιηθεί ή διακοπεί λόγω χρέους (παύση εκπροσώπησης) ή για άλλο λόγο (π.χ. οικειοθελής διακοπή, παραβίαση όρου σύμβασης σύνδεσης, μη ανανέωση εργοταξιακής παροχής κ.λπ.), η αρμόδια Περιοχή του ΔΕΔΔΗΕ αποστέλλει προς τον καταναλωτή-χρήστη της παροχής στην οποία διαπιστώθηκε η ρευματοκλοπή, εφόσον αυτός δύναται να ταυτοποιηθεί, τυποποιημένη κατά το γενικό μέρος της, επιστολή στην οποία αναφέρονται και του γνωστοποιούνται ειδικότερα τα εξής:
• Το έναυσμα διενέργειας της αυτοψίας στην εν λόγω παροχή, ή, κατά περίπτωση, το γενικότερο πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται αυτή.
• Ο χρόνος διενέργειας της αυτοψίας και τα στοιχεία της παροχής.
• Τα ευρήματα της αυτοψίας και το πώς αυτά στοιχειοθετούν την διάπραξη ρευματοκλοπής, υπό τύπον ευσύνοπτης τεχνικής έκθεσης.
• Οι ενέργειες που ανελήφθησαν για την αποκατάσταση της ορθής καταγραφής της καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.
• Το διαθέσιμο αποδεικτικό υλικό και το σημείο φύλαξης του.
• Η ένδειξη του μετρητή κατά τη χρονική στιγμή της αυτοψίας.
• Η εκτίμηση της μη καταγραφείσας ενέργειας, η αντιστοίχως εκτιμηθείσα χρονική περίοδος αναφοράς αυτής και ο εκτιμώμενος χρόνος έναρξης της ρευματοκλοπής, εφόσον είναι διαφορετικός, καθώς και αν στον Χρήστη καταλογίζεται η διάπραξη της ρευματοκλοπής.
• Το καταλογιζόμενο ποσό για τη μη καταγραφείσα ενέργεια και για την αποζημίωση του Διαχειριστή του Δικτύου έναντι του διαχειριστικού κόστους της ρευματοκλοπής.
• Οι τρόποι εξόφλησης της καταλογισθείσας οφειλής, περιλαμβανομένης της δυνατότητας ρύθμισης της σε δόσεις, και το σχετικό χρονικό περιθώριο για την τακτοποίηση της οφειλής.
• Το δικαίωμα του Χρήστη να υποβάλλει τεκμηριωμένες αντιρρήσεις και σχετικά υποστηρικτικά στοιχεία ενώπιον του Διαχειριστή του Δικτύου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κώδικα Διαχείρισης του Δικτύου.
• Τα δικαιώματα του Διαχειριστή να προβαίνει σε απενεργοποίηση της παροχής και να επιβάλει περιορισμούς ως προς τη διαδοχή χρηστών, σε περίπτωση μη τακτοποίησης ή/και μη είσπραξης του οφειλόμενου ποσού, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κώδικα Διαχείρισης του Δικτύου Διανομής.
• Το γεγονός ότι η υποχρέωση τακτοποίησης της οφειλής εντός του τιθέμενου χρονικού περιθωρίου δεν αίρεται παρά μόνο σε περίπτωση επαναπροσδιορισμού του ύψους της, είτε με πρωτοβουλία του Διαχειριστή του Δικτύου βάσει νεότερων δεδομένων που πιθανώς να προκύψουν, είτε κατόπιν παρέμβασης του Χρήστη, πριν η οφειλή καταστεί ληξιπρόθεσμη.
2. Στην επιστολή της παραγράφου 1 επισυνάπτεται το υπογεγραμμένο Δελτίο Αναφοράς Ρευματοκλοπής, οι φωτογραφίες των ευρημάτων που την καταδεικνύουν και φύλλο αναλυτικού υπολογισμού της μη καταγραφείσας ενέργειας και των καταλογιζόμενων ποσών.
3. Η επιστολή αποστέλλεται στον χρήστη με επιστροφή απόδειξης παραλαβής στον αποστολέα και κοινοποιείται ταυτόχρονα στον προμηθευτή που εκπροσωπεί την παροχή, εφόσον υπάρχει, και επίσης, για λόγους ενημέρωσης, στον συμβαλλόμενο για τη σύνδεση, σε περίπτωση που διαφέρει από τον χρήστη και υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία επικοινωνίας. Στην περίπτωση που στον χρήστη καταλογίζεται η διάπραξη της ρευματοκλοπής, η επιστολή κοινοποιείται και στο οικείο αστυνομικό τμήμα (για την πιθανή αυτεπάγγελτη άσκηση δίωξης).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΜΗ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΙΣΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Άρθρο 12
Μεθοδολογία
1. Η μεθοδολογία εκτίμησης της μη καταγραφείσας ενέργειας βασίζεται στη συμφωνημένη ισχύ της παροχής και στο βαθμό χρησιμοποίησης της από το χρήστη, και στον εκτιμώμενο χρόνο διάπραξης της ρευματοκλοπής.
2. Για τον καθορισμό της χρονικής στιγμής έναρξης της ρευματοκλοπής (Τρ) θεωρούνται τα εξής στοιχεία και παραδοχές:
(α) Ως χρονικό σημείο έναρξης της ρευματοκλοπής θεωρείται το σημείο από το οποίο εμφανίζεται σταθερά αισθητή μείωση της κατανάλωσης στην εν λόγω παροχή. Κατά σύμβαση, λαμβάνεται η ημερομηνία έναρξης της περιόδου καταμέτρησης εντός της οποίας εμφανίζεται η ως άνω μεταβολή.
(β) Για τον προσδιορισμό του ανωτέρω σημείου εξετάζεται κατ” αρχήν το ιστορικό του τρέχοντος χρήστη, από το χρόνο έναρξης χρήσης της παροχής από αυτόν έως και το χρόνο του ελέγχου για ρευματοκλοπή. Η κατανάλωση της τρέχουσας περιόδου καταμέτρησης εκτιμάται βάσει της μέσης ημερήσιας κατανάλωσης από την τελευταία καταμέτρηση μέχρι το χρόνο του ελέγχου για ρευματοκλοπή, βάσει της ένδειξης του μετρητή κατά το χρόνο αυτό.
(γ) Εφόσον το σημείο έναρξης της ρευματοκλοπής τοποθετείται εντός της περιόδου χρήσης της παροχής από τον τρέχοντα χρήστη αλλά πέραν της 5ετίας που προηγείται του χρόνου ελέγχου για ρευματοκλοπή, η εκτίμηση της μη καταγραφείσας ενέργειας περιορίζεται στην 5ετία.
(δ) Στην περίπτωση που από την ιστορικότητα των καταναλώσεων του τρέχοντος χρήστη δεν προκύπτει εμφανές σημείο καμπής της κατανάλωσης και τα ιστορικά στοιχεία εμφανίζουν ομαλότητα και κανονικότητα, εξετάζεται το ιστορικό κατανάλωσης προηγούμενων χρηστών της παροχής και:
(αα) Αν η έναρξη της ρευματοκλοπής τοποθετείται σε χρόνο προγενέστερο της έναρξης χρήσης της παροχής από τον τρέχοντα χρήστη, τα στοιχεία της υπόθεσης δεν κοινοποιούνται στην οικεία αστυνομική αρχή για πιθανή αυτεπάγγελτη άσκηση δίωξης για διάπραξη ρευματοκλοπής.
(ββ) Αν από την εξέταση του ιστορικού καταναλώσεων προηγούμενων χρηστών της παροχής δεν προκύπτει εμφανές σημείο καμπής της κατανάλωσης, η έναρξη της ρευματοκλοπής τοποθετείται κατ” αρχήν ταυτόχρονα με την έναρξη χρήσης της εγκατάστασης από τον τρέχοντα χρήστη.
(γγ) Και στις δύο ανωτέρω περιπτώσεις, η εκτίμηση της μη καταγραφείσας ενέργειας γίνεται βάσει τυπικών τιμών (μέσων όρων) για τον συντελεστή χρησιμοποίησης της συμφωνημένης ισχύος (ΣΧΣΙ) και μπορεί να διορθώνεται στη συνέχεια, βάσει νεότερων δεδομένων μέτρησης μετά την άρση της ρευματοκλοπής, σύμφωνα με τα γενικώς καθοριζόμενα σχετικά στη συνέχεια του παρόντος.
3. Η τεκμαρτή κατανάλωση για τη χρονική περίοδο κατά την οποία εκτιμάται ότι λάμβανε χώρα η ρευματοκλοπή υπό τον τρέχοντα χρήστη, ήτοι το χρονικό διάστημα Ν, σε ημέρες, από την ημερομηνία εντοπισμού μέχρι το εκτιμώμενο χρονικό σημείο έναρξης της ρευματοκλοπής (Τρ), με άνω όριο τα 5 έτη, υπολογίζεται με βάση τον τύπο:
4. Εφόσον ο εκτιμώμενος χρόνος έναρξης της ρευματοκλοπής (Τρ) τοποθετείται μετά την έναρξη χρήσης της παροχής από τον τρέχοντα χρήστη, ο συντελεστής χρησιμοποίησης της συμφωνημένης ισχύος υπολογίζεται με βάση τα ιστορικά στοιχεία κατανάλωσης της παροχής υπό τον ως άνω χρήστη από τη σχέση:
5. Προκειμένου ο συντελεστής χρησιμοποίησης της συμφωνημένης ισχύος να εκτιμάται κατά τον αντιπροσωπευτικότερο δυνατό τρόπο, η χρονική περίοδος Μ λαμβάνεται ίση και αντίστοιχη με την χρονική περίοδο Ν, εφόσον η τελευταία υπολείπεται του έτους, άλλως η χρονική περίοδος Μ εκτείνεται σε χρονικό διάστημα ενός έτους προ της χρονικής στιγμής έναρξης της ρευματοκλοπής (Τρ), εις τρόπον ώστε να συνεκτιμώνται τυχόν εποχιακές διακυμάνσεις στην κατανάλωση αφενός, και να αποτυπώνεται το πλέον πρόσφατο επίπεδο της πραγματικής κατανάλωσης αφετέρου (το οποίο έτσι εγγενώς θεωρείται αμετάβλητο, δηλ. δεν θεωρείται ότι ο καταναλωτής επωφελήθηκε της ρευματοκλοπής και με αύξηση της κατανάλωσης του). Εφόσον η περίοδος της ρευματοκλοπής υπερβαίνει το 1 έτος και το υπολειπόμενο του έτους χρονικό τμήμα χαρακτηρίζεται από έντονη εποχικότητα, εξετάζεται η χρήση δύο συντελεστών.
6. Στις περιπτώσεις που τα διαθέσιμα ιστορικά στοιχεία κατανάλωσης υπό τον τρέχοντα χρήστη δεν επιτρέπουν τον υπολογισμό του συντελεστή χρησιμοποίησης της συμφωνημένης ισχύος κατά τα ανωτέρω, όπως επίσης στις περιπτώσεις που ο χρόνος έναρξης της ρευματοκλοπής τοποθετείται πριν την έναρξη χρήσης της παροχής από τον τρέχοντα χρήστη, χρησιμοποιούνται τυπικές τιμές (μέσοι όροι) για τον συντελεστή χρησιμοποίησης, ανά κατηγορία και χρήση της παροχής. Οι τυπικές τιμές υπολογίζονται ανά κατηγορία και τύπο (ΜΤ, ΧΤ
7. Ο συντελεστής ισχύος (coscφ) λαμβάνει την τιμή 1 για παροχές για τις οποίες δεν προβλέπεται μέτρηση αέργου ενέργειας και υπολογίζεται κατά περίπτωση, για την περίοδο Μ, για παροχές με μέτρηση αέργου ενέργειας. Για τον υπολογισμό της τεκμαρτής κατανάλωσης γίνεται η παραδοχή cosφM= coscφN.
8. Μετά τον υπολογισμό της τεκμαρτής κατανάλωσης για την περίοδο της ρευματοκλοπής (Ν ημέρες), αφαιρούνται οι καταμετρηθείσες ποσότητες όλων των περιόδων καταμέτρησης εντός της περιόδου αυτής, καθώς και η ποσότητα που αντιστοιχεί στην περίοδο από την τελευταία καταμέτρηση μέχρι την χρονική στιγμή διαπίστωσης της ρευματοκλοπής, με βάση την ληφθείσα κατά την αυτοψία ένδειξη και η προκύπτουσα διαφορά συνιστά την εκτίμηση της μη καταγραφείσας ενέργειας.
9. Η κατά τα ανωτέρω εκτιμώμενη ποσότητα συνιστά κατά κανόνα και την τελική εκτίμηση της μη καταγραφείσας ενέργειας, με εξαίρεση τις περιπτώσεις για τις οποίες προκύπτουν στη συνέχεια νέα δεδομένα, η συνεκτίμηση των οποίων επιβάλλει εκ νέου υπολογισμό και αναθεώρηση του ύψους της μη καταγραφείσας ενέργειας, όπως:
(α) Νεότερα μετρητικά δεδομένα περιόδων μετά την άρση της ρευματοκλοπής που υποδεικνύουν σημαντικό σφάλμα στις θεωρηθείσες παραμέτρους (χρονική περίοδος ρευματοκλοπής, συντελεστής χρησιμοποίησης συμφωνημένης ισχύος, συντελεστής ισχύος) κατά τον αρχικό υπολογισμό. Ειδικά στις περιπτώσεις που η εκτίμηση έχει γίνει βάσει τυπικών τιμών για τον συντελεστή χρησιμοποίησης της συμφωνημένης ισχύος, ως σημαντική θεωρείται απόκλιση του παρατηρούμενου μετά την άρση της ρευματοκλοπής μέσου ετήσιου ΣΧΣΙ του χρήστη, μεγαλύτερη της τυπικής απόκλισης του σχετικού δείγματος για την ίδια χρονική περίοδο.
(β) Πειστικά στοιχεία και πληροφορίες που προσκομίζονται από τον καταναλωτή έως και 3 μήνες μετά την αρχική ενημέρωση και μεταβάλλουν τις παραμέτρους υπολογισμού (π.χ. αποδεδειγμένη μη χρήση του ακινήτου ή παύση της δραστηριότητας για μέρος του θεωρηθέντος χρονικού διαστήματος).
10. Στις περιπτώσεις που εντοπίζεται αυθαίρετη επανασύνδεση σε κομμένες παροχές (απενεργοποίηση ή διακοπή λόγω χρέους ή για άλλο λόγο, όπως οικειοθελής διακοπή, παραβίαση όρου σύμβασης σύνδεσης, μη ανανέωση εργοταξιακής παροχής κ.λπ.), με ή χωρίς ταυτόχρονη ρευματοκλοπή, για τον υπολογισμό του καταλογιζόμενου ποσού χρησιμοποιείται αναλόγως η καταγραφείσα ή εκτιμηθείσα ποσότητα ενέργειας, για την περίπτωση που η αυθαίρετη επανασύνδεση συνδυάζεται και με ρευματοκλοπή, με έναρξη την ημερομηνία αρχικής αποκοπής.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΠΟΣΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Άρθρο 13
Βεβαίωση Καταλογιζόμενου Ποσού
1. Η βεβαίωση του καταλογιζόμενου ποσού γίνεται ταυτόχρονα με την επιστολή που αποστέλλεται στον χρήστη της παροχής κατά τα προαναφερθέντα.
2. Στο προς πληρωμή ποσό έναντι της μη καταγραφείσας ενέργειας (αξία + ΦΠΑ) που γνωστοποιείται στον καταναλωτή προστίθενται διακριτά και οι δαπάνες του ΔΕΔΔΗΕ για τον εντοπισμό και την εν γένει διαχείριση της υπόθεσης (απασχόληση προσωπικού και οχημάτων, πιθανή αντικατάσταση μετρητή κ.λπ.). Οι δαπάνες αυτές καθορίζονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κώδικα Διαχείρισης του Δικτύου.
Άρθρο 14
Ρύθμιση Οφειλών
1. Ο Διαχειριστής του Δικτύου παρέχει τη δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών λόγω ρευματοκλοπής σε δόσεις.
2. Οι χρήστες υποχρεούνται στην τακτοποίηση των οφειλών, εξοφλώντας ολοσχερώς το ποσό ή ρυθμίζοντας το σε δόσεις, με τους τρόπους που καθορίζει ο Διαχειριστής του Δικτύου και τους οποίους αναρτά στην ιστοσελίδα του, εντός διαστήματος είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της ανωτέρω επιστολής.
3. Ειδικά για τους Ευάλωτους Οικιακούς Πελάτες, όπως αυτοί ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 34 του Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας σε Πελάτες, όσον αφορά στις προθεσμίες εξόφλησης, στον καθορισμό των δόσεων και στην απενεργοποίηση του μετρητή φορτίου.
Άρθρο 15
Υποβολή Αντιρρήσεων
1. Οι χρήστες έχουν δικαίωμα διατύπωσης τεκμηριωμένων αντιρρήσεων ενώπιον του Διαχειριστή του Δικτύου υποβάλλοντας σχετικά υποστηρικτικά στοιχεία και ζητώντας αναθεώρηση των υπολογισμών ή επανεξέταση της υπόθεσης συνολικά, έως και τρεις (3) μήνες μετά την αρχική ενημέρωση από τον Διαχειριστή του Δικτύου.
2. Ο Διαχειριστής του Δικτύου αξιολογεί τα πρόσθετα στοιχεία και αποφαίνεται εντός εύλογου χρόνου, ενημερώνοντας σχετικά τον Χρήστη.
3. Σε περίπτωση επαναπροσδιορισμού του ποσού πριν τη λήξη της προθεσμίας τακτοποίησης του αρχικά προσδιορισθέντος, το νέο οφειλόμενο ποσό καταβάλλεται/τακτοποιείται εντός της αρχικώς ταχθείσας προθεσμίας ή εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη νέα ενημέρωση, το αργότερο. Σε περίπτωση επαναπροσδιορισμού μετά τη λήξη της προθεσμίας και εφόσον η αρχική οφειλή έχει τακτοποιηθεί, ο Διαχειριστής προβαίνει σε εκκαθάριση της διαφοράς στο ακέραιο.
4. Σε περίπτωση που γίνεται εκ των υστέρων δεκτό ότι δεν υπήρξε ρευματοκλοπή, επιστρέφεται και το ποσό που αφορά στην κάλυψη του διαχειριστικού κόστους της ρευματοκλοπής. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση επαναπροσδιορισμού του αρχικώς καταλογιζόμενου ποσού, με οποιαδήποτε αφορμή λαμβάνει χώρα αυτός.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
Άρθρο 16
1. Για τις περιπτώσεις που κατά την αυτοψία υπάρχουν μεν ευρήματα που δημιουργούν βάσιμες υπόνοιες πιθανής ρευματοκλοπής (π.χ. κομμένες σφραγίδες κελύφους μετρητή), τα οποία όμως δεν συνιστούν αδιάσειστα τεκμήρια ώστε η ρευματοκλοπή να χαρακτηριστεί ως διαπιστωμένη, ακολουθείται η εξής διαδικασία μετά την αυτοψία (ως προς την διαδικασία ελέγχου/αυτοψίας ισχύουν τα αναφερθέντα για τις διαπιστωμένες ρευματοκλοπές):
(α) Συντάσσεται επί τόπου και επιδίδεται στον χρήστη ή θυροκολλείται δελτίο επίσκεψης συνεργείου με το οποίο ενημερώνεται ο χρήστης για το χρόνο διενέργειας του ελέγχου, το πλαίσιο στο οποίο έλαβε χώρα αυτός, την έκβαση του (πιθανολογούμενη ρευματοκλοπή) και ότι ο μετρητής του θα αντικατασταθεί προκειμένου να ελεγχθεί στα εργαστήρια του ΔΕΔΔΗΕ η καλή λειτουργία του. Στο δελτίο αναγράφονται επίσης τα στοιχεία και η ένδειξη του μετρητή, τα στοιχεία της οικείας τοπικής μονάδας του Διαχειριστή Δικτύου (Περιοχή), του συνεργείου που διενήργησε τον έλεγχο και του εκπροσώπου του ανεξάρτητου φορέα. Καταγράφεται η ένδειξη του υφιστάμενου μετρητή και αυτός αντικαθίσταται.
(β) Εντός δύο ημερών από την χρονική στιγμή εντοπισμού πιθανολογούμενης ρευματοκλοπής, η αρμόδια Περιοχή του ΔΕΔΔΗΕ αποστέλλει προς τον καταναλωτή-χρήστη της παροχής, εφόσον αυτός μπορεί να ταυτοποιηθεί, τυποποιημένη κατά το γενικό μέρος της επιστολή στην οποία περιγράφονται τα ευρήματα της αυτοψίας (πιθανά ίχνη παραβίασης κ.λπ.), αναφέρεται η αντικατάσταση του μετρητή και η μεταφορά του στα εργαστήρια του ΔΕΔΔΗΕ, καθώς και ότι η ακριβής ημερομηνία ελέγχου θα γνωστοποιηθεί με επόμενη επιστολή, ώστε κατά τη διάρκεια του ελέγχου να παρίσταται ο ίδιος ή πραγματογνώμονας-εκπρόσωπός του. Στην επιστολή αυτή δεν γίνεται αναφορά σε ρευματοκλοπή, αλλά σε πιθανή μη ορθή καταγραφή της καταναλισκόμενης ενέργειας. Παράλληλα διερευνάται το ιστορικό των καταναλώσεων της παροχής.
(γ) Εφόσον κατά τον μετρολογικό έλεγχο στο εργαστήριο υπάρξουν ευρήματα που πιστοποιούν την μη ορθή καταγραφή και τη διάπραξη ρευματοκλοπής (π.χ. επέμβαση στον μαγνήτη πέδησης, διακοπή μιας ή δύο εκ των τριών διεγέρσεων σε τριφασικούς μετρητές κ.λπ.), σε συνδυασμό με μεταβολή στην καταναλωτική συμπεριφορά, η περίπτωση χαρακτηρίζεται ως διαπιστωμένη ρευματοκλοπή και ακολουθείται η σχετική διαδικασία κατά τα προαναφερθέντα.
(δ) Εφόσον κατά τον μετρολογικό έλεγχο στο εργαστήριο δεν υπάρξουν περαιτέρω ευρήματα, πέραν των αρχικών, που να πιστοποιούν τη μη ορθή καταγραφή και τη διάπραξη ρευματοκλοπής και η ιστορικότητα των καταναλώσεων είναι ομαλή και κινείται σε επίπεδα που συνάδουν με την ισχύ και την χρήση της παροχής, χωρίς εμφανή σημεία καμπής και ασυνέχειας, η υπόθεση αρχειοθετείται. Σε ειδικές περιπτώσεις για τις οποίες η μετέπειτα εξέλιξη των μετρητικών δεδομένων αποκλίνει ουσιωδώς έναντι της προ της αντικατάστασης του μετρητή χρονικής περιόδου, η υπόθεση θα διερευνάται εκ νέου με εφαρμογή της προτεινόμενης στην επόμενη παράγραφο διαδικασίας.
(ε) Εφόσον κατά τον μετρολογικό έλεγχο στο εργαστήριο δεν υπάρξουν περαιτέρω ευρήματα, πέραν των αρχικών, που να πιστοποιούν τη μη ορθή καταγραφή και τη διάπραξη ρευματοκλοπής, αλλά από το ιστορικό κατανάλωσης της παροχής εντοπίζεται δυσεξήγητη μεταβολή της καταναλωτικής συμπεριφοράς (μείωση της κατανάλωσης), ο καταναλωτής καλείται να προσκομίσει τυχόν στοιχεία που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τη μείωση αυτή. Εφόσον δεν το πράξει εντός 3 μηνών από την ενημέρωση του για το αποτέλεσμα του μετρολογικού ελέγχου ή δεν προσκομίσει πειστικά και επαληθεύσιμα στοιχεία, η περίπτωση χαρακτηρίζεται ως διαπιστωμένη ρευματοκλοπή και ακολουθείται η σχετική διαδικασία κατά τα προαναφερθέντα. Η μη ύπαρξη ευρημάτων κατά τον εργαστηριακό έλεγχο δεν συνεπάγεται την μη διάπραξη ρευματοκλοπής, στις περιπτώσεις που αυτή δεν συντελείται με δομική παρέμβαση στον μετρητή.
(στ) Στις περιπτώσεις που η ρευματοκλοπή δεν συντελείται κατά συστηματικό και μόνιμο τρόπο αλλά αποσπασματικά (π.χ. με ακανόνιστες σποραδικές επεμβάσεις στον αριθμητήρα του μετρητή), με αποτέλεσμα η καταμετρούμενη ποσότητα να είναι άλλοτε ορθή και άλλοτε αλλοιωμένη και συνακόλουθη δυσχέρεια εντοπισμού του χρονικού σημείου έναρξης της ρευματοκλοπής, καταλογίζεται κατ” αρχήν μη καταγραφείσα ενέργεια για χρονικό διάστημα ενός έτους.
2. Η απόφαση αυτή ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 17 Μαρτίου 2017

odigostoupoliti.eu

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου