Μια ματιά στο παρελθόν είναι ο ασφαλέστερος τρόπος για να
κατανοήσουμε πώς και γιατί «ξαφνικά» πέσανε και τα ελληνοτουρκικά στο
κεφάλι μας. Αν οι κυβερνώντες, πρώην και σημερινοί, έριχναν πού και πού
αυτήν τη ματιά στο παρελθόν, τίποτε δεν θα φάνταζε σήμερα ανεξήγητο,
ξαφνικό και τεράστιο για να αντιμετωπιστεί. Προτίμησαν ωστόσο, όλα αυτά
τα χρόνια, κυβερνήσεις, πολιτικές δυνάμεις και media να κρύψουν το
κεφάλι τους στην άμμο υποδεικνύοντας και στην ελληνική κοινωνία να
πράξει το ίδιο.
Κι όμως, η πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων κοντά στο χάος, όπου
βρίσκονται σήμερα, ήταν προδιαγεγραμμένη και σε έναν βαθμό
(προ)καθορισμένη. Κάποιοι μάλιστα που μπορούσαν να δουν και να
σχεδιάσουν μακροπρόθεσμα ήταν σαφείς στις προβλέψεις τους. Ας ρίξουμε
λοιπόν μια ματιά στο παρελθόν για να κατανοήσουμε το οδυνηρό παρόν μας
και να έχουμε μια ιδέα για το επικίνδυνο μέλλον που μας περιμένει.
Ο προφήτης Σωτήρχος
Ας ξεκινήσουμε από ένα χαρακτηριστικό τηλεγράφημα του Αμερικανού
πρεσβευτή στην Αθήνα Μάικλ Σωτήρχος προς το αμερικανικό υπουργείο
Εξωτερικών στις 17.10.1991. Στο εν λόγω τηλεγράφημα (υπεκλάπη από τον
Ελληνοαμερικανό υπάλληλο στην αμερικανική πρεσβεία Στήβεν Λαλας που
συνεργαζόταν με τις ελληνικές υπηρεσίες) ο Αμερικανός πρεσβευτής
«προφητεύει» την κρίση των Ιμίων, η οποία δημιούργησε τα δυσμενή
δεδομένα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα στις σχέσεις της με την
Τουρκία. Έγραφε, λοιπόν, τον Οκτώβριο του 1991 ο Σωτήρχος:
«Οι σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας εξεταζόμενος μέσα από ένα
πολιτικό - στρατιωτικό πρίσμα φαίνονται συνήθως “σκοτεινές”. Το γεγονός
αυτό δεν εκπλήσσει, δεδομένης της ιστορίας των δύο χωρών και του
“καρκινώματος” (carbuncle) της κατεχόμενης Κύπρου.
Όμως υπάρχει μια οικονομική και εμπορική διάσταση στις
ελληνοτουρκικές σχέσεις. Είναι σημαντικό να θυμάται κάποιος ότι ένα
οικονομικό θέμα – το πετρέλαιο της θάλασσας του Αιγαίου – παραμένει
μεταξύ των πλέον πιθανών λόγων ανάφλεξης στις σχέσεις τους στα επόμενα
τρία με πέντε χρόνια».
Ακριβώς πέντε χρόνια και λίγους μήνες αργότερα ξέσπασε η κρίση των Ιμίων...
Στο ίδιο τηλεγράφημά του ο Σωτήρχος διατυπώνει το συμπέρασμά του, που είναι σήμερα κάτι παραπάνω από επίκαιρο:
«Η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη των “οικονομικών σχέσεων” μεταξύ των δύο
χωρών θα περιμένει τον θάνατο της μάγισσας που παρασκεύασε το φοβερό
δηλητηριώδες ποτό φαινομενικά άλυτων διαφορών».
Μέχρι τότε υπάρχει κίνδυνος «η προσθήκη των τεράστιων οικονομικών
αναγκών της Ελλάδος στο δηλητηριώδες ποτό να αποδειχθεί, υπό ακατάλληλες
συνθήκες, επαρκής για να το κάνει θανατηφόρο για τις πιθανότητες
βελτίωσης των σχέσεων μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας». «Μπορεί ακόμη να
είναι αρκετά δηλητηριώδες για να ξεκινήσει μια ένοπλη σύγκρουση».
Ίμια: ήττα χωρίς μάχη
Η γλαφυρή γραφή του Αμερικανού πρεσβευτή (Μάικλ Σωτήρχος)
«φωτογράφισε» έως έναν βαθμό τα μελλούμενα: Η Ελλάδα υποχρεώθηκε, το
βράδυ της 31ης Ιανουαρίου 1996, να καταπιεί «το δηλητηριώδες ποτό των
φαινομενικά άλυτων ελληνοτουρκικών διαφορών», το οποίο παρασκεύασε
κάποια μάγισσα – η οποία μάλλον κατοικοεδρεύει στην Ουάσιγκτον – μέχρι
την τελευταία σταγόνα!
Η Ελλάδα, μετά την πικρή γεύση που άφησε πίσω της η κρίση των
Ιμίων, θα έπρεπε να έχει αντιληφθεί ότι οι πόλεμοι δεν κερδίζονται μόνο
στο πεδίο της μάχης και ότι κάποιες κρίσιμες μάχες χάνονται χωρίς καν να
δοθούν. Η κυρίαρχη (πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά) τάση στη χώρα,
ωστόσο, επέλεξε να κρύψει το κεφάλι στην άμμο και να ξεχάσει τι ακριβώς
συνέβη την τελευταία μέρα του Ιανουαρίου του 1996 στις άγνωστες μέχρι
τότε βραχονησίδες των Δωδεκανήσων.
Οι συνέπειες μιας ήττας όμως ούτε ξεχνιούνται ούτε κρύβονται για
πάντα, καθώς έρχεται η στιγμή που οι νικητές σπεύδουν να εισπράξουν...
Παραδείγματα πολλά:
Οι – διπλωματικής και στρατιωτικής υφής – εντάσεις γύρω από το Αγαθονήσι και το Φαρμακονήσι.
Η δήλωση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών ότι τα Ίμια είναι τουρκικό έδαφος.
Οι σχεδιασμοί ασκήσεων των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων που κόβουν το Αιγαίο στη μέση.
Οι ασκήσεις των τουρκικών δυνάμεων που εξαφανίζουν το Καστελόριζο από τον χάρτη.
Οι δηλώσεις του Ερντογάν που αμφισβητεί τη Συνθήκη της Λωζάνης.
Η παρουσίαση από την τουρκική αντιπολίτευση καταλόγου με 18 ελληνικά νησιά που δήθεν είναι... τουρκικά.
Όλα αυτά υπενθυμίζουν το γραμμάτιο που υπέγραψε η κυβέρνηση Σημίτη
το 1996 προκειμένου να αποφύγει την κλιμάκωση της κρίσης των Ιμίων σε
θερμή στρατιωτική αναμέτρηση και την εξέλιξή της σε ελληνοτουρκικό
πόλεμο. Η ελληνική κυβέρνηση τότε κατέθεσε εχέγγυα (αποδέχθηκε τις
τουρκικές αμφισβητήσεις για την ύπαρξη νησιών, νησίδων και βραχονησίδων
με αδιευκρίνιστη κυριαρχία) στην Τουρκία με τριτεγγυητή την Ουάσιγκτον
προκειμένου να «αγοράσει» ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό, ευρώ και... ειρήνη.
Το κόστος της αποτροπής
Η κρίση των Ιμίων και κυρίως οι συμφωνίες απεμπλοκής από αυτήν
περιγράφουν έναν καθοριστικό κρίκο που συμπληρώνει την αλυσίδα των
τουρκικών απαιτήσεων για την αναθεώρηση του status quo στα θαλάσσια
σύνορα των δύο χωρών, η οποία ξεκίνησε από τη δεκαετία του 1970.
Στην Ελλάδα υπογραμμίζεται το γεγονός ότι οι επιλογές της
κυβέρνησης Σημίτη εκείνες τις δύσκολες μέρες απέτρεψαν τον πόλεμο.
Καμία, ωστόσο, ουσιαστική συζήτηση δεν έχει γίνει για το κόστος που
κατέβαλε η χώρα γι’ αυτήν την αποτροπή. Και κατ’ επέκταση δεν έχει γίνει
καμία αποτίμηση των κερδών και ζημιών, των συνεπειών δηλαδή εκείνης της
κρίσης, προκειμένου με τα νέα δεδομένα να διαμορφωθεί η στρατηγική της
χώρας.
Αντίθετα, αυτό που με επιμέλεια έγινε, ήταν να συγκαλυφθούν η νέα
πραγματικότητα και οι συνέπειές της, οι οποίες μπορούν να συνοψιστούν ως
εξής:
Αποδοχή των τουρκικών θέσεων περί γκρίζων ζωνών και ύπαρξης νησιών, βραχονησίδων με αδιευκρίνιστη κυριαρχία.
Διμερής ελληνοτουρκικός διάλογος για τη διευθέτηση αυτών των
ζητημάτων (και όχι μόνο της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, όπως
στρουθοκαμηλίζοντας ισχυρίζεται ακόμη η ελληνική πλευρά).
Ανάθεση στις αμερικανικές δυνάμεις ρόλο παρατηρητή - διαιτητή για
την τήρηση της συμφωνίας που απαγορεύει σε Ελλάδα και Τουρκία
δραστηριότητες σε νησίδες μέχρι να διευκρινιστεί η κυριαρχία τους.
Συνέχιση της εξαντλητικής και μέχρι τελικής πτώσης εξοπλιστικής κούρσας.
Με πιο απλά λόγια, η Ελλάδα απέφυγε μια σύγκρουση αγοράζοντας χρόνο
μέσα στον οποίο τελικά εξελίχθηκε συζήτηση επί κυριαρχικών δικαιωμάτων
της.
Το πώς οι ελληνικές κυβερνήσεις εκμεταλλεύτηκαν αυτόν τον χρόνο
όλοι το γνωρίζουμε σήμερα: αναζήτησαν την προστασία στη ζώνη του ευρώ,
κατέβαλαν ασύλληπτους πόρους σε εξοπλισμούς και φανφάρες (Ολυμπιακοί
Αγώνες) και φούσκωσαν με δανεικό αέρα παριστάνοντας την ισχυρή Ελλάδα.
Μέχρι που εμφανίστηκαν η ώρα της... κρίσης και η πραγματικότητα, την
οποία ακόμα αρνούμαστε να δούμε κατά πρόσωπο, με συνέπεια να αδυνατούμε
να την αντιμετωπίσουμε.
Γκρίζο (και) το Καστελόριζο
Από την κρίση των Ιμίων (1996) μέχρι και σήμερα οι ελληνικές
κυβερνήσεις «επένδυσαν» στην ελληνοτουρκική οικονομική συνεργασία και
στο κίνητρο της ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. προκειμένου να
κατευναστούν οι τουρκικές απαιτήσεις. Έτσι λοιπόν καταγράφηκε το
παράδοξο οι ελληνικές κυβερνήσεις να κάνουν μπίζνες και να υποστηρίζουν
για ένταξη στην Ε.Ε. μια χώρα η οποία επισήμως διεκδικούσε ελληνικά
εδάφη.
Πολύ πριν – από το 2001 – οι επίσημες τουρκικές θέσεις είχαν
διατυπωθεί στο σύγγραμμα «Το θεμελιώδες πρόβλημα στο Αιγαίο», το οποίο
χρησιμοποιούν ως εκπαιδευτικό εγχειρίδιο για την τουρκική (στρατιωτική,
διπλωματική, δημόσια) διοίκηση. Στο εν λόγω εγχειρίδιο, εκδόσεων του
Ιδρύματος Ατατούρκ, αναφέρονται ένα προς ένα τα ελληνικά νησιά και οι
νησίδες που, σύμφωνα με την τουρκική πλευρά, παρανόμως κατέχει η Ελλάδα.
Αυτά ακριβώς τα νησιά, με επιχειρηματολογία η οποία έχει διατυπωθεί από
το 2000, σήμερα κορυφαίοι παράγοντες της τουρκικής πολιτικής ζωής
(υπουργός Εξωτερικών, αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης) τα θεωρούν
τουρκικά...
Αξίζει να σημειωθεί ότι, τη στιγμή της ύστατης ελληνικής αδυναμίας,
τη στιγμή δηλαδή που ανοίγει η πόρτα για τους δανειστές, την τρόικα και
τα μνημόνια, τον Μάιο του 2010, εμφανίζεται στην Αθήνα ο Ταγίπ
Ερντογάν, επικεφαλής δεκάδων υπουργών και επιχειρηματιών, για να συνάψει
συμφωνίες με την κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου. Απτό αποτέλεσμα αυτών των
συμφωνιών του Μαΐου του 2010 στην Αθήνα είναι ότι ύστερα (και) από
αυτήν τη στενή ελληνοτουρκική επαφή η περιοχή γύρω από το Καστελόριζο
«βάφτηκε» γκρίζα.
Οι επικοινωνιακές φανφάρες με τις δεκάδες ελληνοτουρκικές συμφωνίες
προφανώς δεν άλλαξαν τίποτε στην ουσία των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Άλλωστε πολλές από αυτές είχαν (ξανα)υπογραφεί μια δεκαετία νωρίτερα,
τότε που η κυβέρνηση Σημίτη πραγματοποιούσε – με υπουργό Εξωτερικών τον
Γ. Παπανδρέου – τα πρώτα βήματα της πολιτικής τής «βήμα προς βήμα
προσέγγισης». Όμως, ούτε το 2000 ούτε το 2010 το ζητούμενο ήταν αυτές
καθεαυτές οι συμφωνίες «χαμηλής πολιτικής». Ο στόχος που κρυβόταν πίσω
από τις συμφωνίες ήταν η δημιουργία ατμόσφαιρας και πολιτικού κλίματος
για την προώθηση... άλλων «διευθετήσεων», κάτι που – θα πρέπει να της
αναγνωριστεί – ουδέποτε έκρυψε η Άγκυρα...
Στις αρχές Απριλίου του 2010, κατά την επίσκεψη του αναπληρωτή
υπουργού Εξωτερικών Δημήτρη Δρούτσα στην Τουρκία, προκειμένου να
οργανωθεί η επίσκεψη της κουστωδίας Ερντογάν στην Αθήνα, ο υπουργός
Εξωτερικών της Τουρκίας Α. Νταβούτογλου είχε δηλώσει: «Μακάρι να ήταν η
υφαλοκρηπίδα το μόνο πρόβλημα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ωστόσο η
οριοθέτηση της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας
είναι μόνο μία από τις εκκρεμείς διαφορές στο Αιγαίο. Η διευθέτησή της,
από νομικής σκοπιάς, διασυνδέεται πάρα πολύ με άλλες διαφορές που
σχετίζονται με τη θαλάσσια δικαιοδοσία».
Με αυτόν τον τρόπο ο τότε ΥΠΕΞ της Τουρκίας επανέλαβε την ξεκάθαρη
θέση της Άγκυρας ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την οριοθέτηση της
υφαλοκρηπίδας είναι η διευκρίνιση των ζητημάτων κυριαρχίας επί νησιών,
νησίδων και βραχονησίδων.
Με τον ίδιο σαφή και κατηγορηματικό τρόπο, έναν χρόνο μετά την
ελληνοτουρκική συνάντηση κορυφής των Αθηνών και την υπογραφή των 21
συμφωνιών που υποτίθεται ότι θα αναζωογονούσαν τη διαδικασία της
προσέγγισης, η Άγκυρα με διάβημά της ξεκαθάρισε στην ελληνική κυβέρνηση,
δείχνοντας μάλιστα και σχετικούς χάρτες στον Έλληνα πρεσβευτή στην
τουρκική πρωτεύουσα, ότι η περιοχή νότια του Καστελόριζου «εμπίπτει
απολύτως στην τουρκική υφαλοκρηπίδα»!
Θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, πριν η Άγκυρα προχωρήσει στην
επίσημη διατύπωση της θέσης της, είχε φροντίσει να ζητήσει από την
κυβέρνηση Παπανδρέου να βγει έξω το Καστελόριζο από το σώμα των
ελληνοτουρκικών συζητήσεων για τον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας.
Το πλήρως ακατανόητο – κοιτώντας τα πράγματα από την ελληνική
σκοπιά – είναι ότι η κυβέρνηση της Ελλάδας φρόντισε να ικανοποιήσει το
τουρκικό αίτημα.
Αναζητώντας την αιτία της έξαρσης των τουρκικών διεκδικήσεων, θα
σημειώσει κάποιος πρώτα και κύρια τα χαρακτηριστικά της συγκυρίας κατά
την οποία ολόκληρη η περιοχή της Μέσης Ανατολής αναδιαμορφώνεται.
Τώρα τι κάνουμε;
Ωστόσο, πέρα από τα μεγάλα παιχνίδια που κατά κανόνα εξελίσσονται
ερήμην μικρών χωρών όπως η Ελλάδα, οι ελληνικές κυβερνήσεις πόνταραν την
εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό
της Τουρκίας και την αποτροπή των επεκτατικών διαθέσεων της γείτονος
στην προστασία που υποτίθεται παρέχει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και η
ευρωζώνη, της οποίας η Ελλάδα είναι μέλος.
Σήμερα, αν και έχει απομυθοποιηθεί η «προστασία» που οι εταίροι
μπορούν να προσφέρουν στην Ελλάδα, η ελληνική κυβέρνηση εξακολουθεί να
τρέφει ελπίδες ότι Ευρωπαίοι και Αμερικανοί μπορούν να διασώσουν τη χώρα
από τυχόν τουρκική στρατιωτική κίνηση.
Πρόκειται για ένα λυπηρό, άλλα όχι ανεξήγητο παράδοξο:
«Το λυπηρό παράδοξο σε ακροσφαλείς ιστορικές καταστάσεις,
συνοδευόμενες από διάχυτα παρακμιακά φαινόμενα, είναι ότι η στρατηγική
σκέψη θολώνει, όσο εντονότερα τη χρειάζεται ένα έθνος. Όπως ο βαριά
άρρωστος δεν αναρωτιέται τι θα κάμει σε δέκα χρόνια, αλλά αν θα βγάλει
τη νύχτα, έτσι ο ιστορικά ανίσχυρος χαρακτηρίζεται από την έλλειψη
μακρόπνοων συλλήψεων και την προσήλωση στα άμεσα δεδομένα. Η διαφορά
ανάμεσα σ’ όποιον χαροπαλεύει βιολογικά και σ’ όποιον αποσυντίθεται
είναι βέβαια ότι η προσήλωση του πρώτου στα άμεσα δεδομένα εμφανίζεται
ως προσπάθεια υπέρβασης ενός πόνου, ενώ του δεύτερου ως κοντόθωρη
ευδαιμονιστική επιδίωξη».
(Π. Κονδύλης, στο επίμετρο του βιβλίου του «Θεωρία Πολέμου» με τίτλο «Ελληνοτουρκικός Πόλεμος». Θεμέλιο 1997).
topontiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου